Μη σκέφτεσαι· προχώρα, λέει ο ηρωικός John McLoughlin – κατά κόσμον, Nicolas Cage – στην ταινία του Oliver Stone, World Trade Center. Ακόμη κι αν δεν γίνει το αγαπημένο motto των Αμερικανών, αποτελεί την πιο περιεκτική και εύστοχη περιγραφή της πολιτικής του George W. Bush, Jr. Μη σκέφτεσαι· προχώρα: στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ, στο Λίβανο, ίσως στη Συρία, στο Ιράν – μέχρι την άκρη του κόσμου· α, και οπωσδήποτε στην Αφρική, αφού προσφάτως ο αντιπρόεδρος Dick Cheney είπε ότι οι Η.Π.Α. οφείλουν να αναλάβουν την αστυνόμευση της ηπείρου, επειδή και εκεί υπάρχουν τρομοκρατικοί πυρήνες.
Αλλά, η ίδια φράση, διατυπωμένη όπως είναι στην προστακτική, ισοδυναμεί και με ένα είδος «οδηγίας» προς τους Αμερικανούς (και όχι μόνο) θεατές (και πολίτες): μη σκέφτεσαι. Διότι, αν σκεφτείς, θα θυμηθείς, θα διαπιστώσεις ή θα μάθεις ότι η πρώτη ανατίναξη μη στρατιωτικού αεροπλάνου από τρομοκράτες έγινε στις 6 Οκτωβρίου του 1976 και ότι από τους 73 επιβάτες δεν σώθηκε κανείς· και, ότι αυτοί οι τρομοκράτες δεν ήταν Άραβες, αλλά Κουβανοί και Αμερικανοί που είχαν στόχο την ανατροπή του Κάστρο.
Παρ’ όλο που κάποιοι δικάστηκαν τότε, οι πρωτεργάτες του εγκλήματος, ο Luis Posada Carriles και ο Orlando Bosch, παραμένουν ατιμώρητοι. Ο Posada προστατεύεται από την αμερικανική κυβέρνηση, που αρνείται να τον εκδώσει στη Βενεζουέλα για να δικαστεί, με το επιχείρημα ότι στη Βενεζουέλα οι φυλακισμένοι υφίστανται βασανιστήρια. Όσο για τον Bosch, έλαβε χάρη από τον George W. Bush, παρά την αντίθετη γνωμοδότηση του υπουργείου Δικαιοσύνης· έτσι, σήμερα ζει ελεύθερος στο Μαϊάμι και δίνει συνεντεύξεις, δηλώνοντας περήφανος για το ρόλο του στην ανατίναξη του αεροπλάνου.
Αλλά, η ιστορία δεν τελειώνει στη δεκαετία του 1970, όταν οι τρομοκράτες είχαν στόχο την αναπτυσσόμενη τουριστική βιομηχανία της Κούβας. Στις 4 Σεπτεμβρίου του 1997, η αμερικανική κυβέρνηση χρηματοδότησε τρομοκρατικές βομβιστικές επιθέσεις σε ξενοδοχεία και εστιατόρια της Αβάνας. Είναι δε γνωστό ότι αυτές οι τρομοκρατικές ομάδες, που ενεργούν για την ανατροπή του Κάστρο, έχουν ως βάση τη Φλόριδα και έχουν στήσει ένα δίκτυο παρόμοιο με το αντίστοιχο της Αλ Κάιντα. Κατά καιρούς, μάλιστα, η αστυνομία έχει συλλάβει μέλη αυτού του δικτύου για παράνομη κατοχή βαρέος οπλισμού· κατά τη δίκη, όμως, οι συνήγοροί τους επέμεναν ότι οι κατηγορούμενοι ενεργούσαν με την πλήρη γνώση και υποστήριξη της αμερικανικής κυβέρνησης (και ουδείς αρμόδιος βγήκε να το διαψεύσει). Κατά πόσον είναι αναμεμειγμένη σ’ όλα αυτά η Επιτροπή για την Ενίσχυση μιας Ελεύθερης Κούβας (Commission for Assistance to a Free Cuba) δεν γνωρίζω· όμως επικεφαλής της εν λόγω επιτροπής είναι η Κοντολίζα Ράις.
Ώστε, η αμερικανική κυβέρνηση, που έχει αποδυθεί σ’ έναν υπεράνθρωπο και μέχρις εσχάτων αγώνα εναντίον της τρομοκρατίας, υποστηρίζει τρομοκράτες; Ας μην εκπλαγεί κανείς· διότι, στη δεκαετία του 1970, λ.χ., η αμερικανική πολιτική ρητορική ήταν πλήρης δημοκρατικών ιδεών και διακηρύξεων, παρ’ όλα αυτά η CIA έστηνε δικτατορίες σε όποιες χώρες χρειαζόταν να υπάρχει μια «φιλική» κυβέρνηση. Σήμερα, οι δικτατορίες κοστίζουν· είναι πιο οικονομικό να δημιουργείς φιλικό κλίμα, εκμεταλλευόμενος τα μέσα που σου παρέχει το Hollywood και τα τηλεοπτικά δίκτυα. Είναι γνωστό και αποδεδειγμένο ότι το κοινό ξεχνάει ένα γεγονός, όταν του δώσεις μια καινούρια είδηση. Ο πρόσφατος πόλεμος στο Λίβανο υποκατέστησε το Ιράκ στη διεθνή ειδησεογραφία· ύστερα, η αποτροπή της βομβιστικής επίθεσης στο Λονδίνο, έστρεψε το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης από το Λίβανο στην επιτυχία των βρετανικών αντιτρομοκρατικών υπηρεσιών. Βέβαια, τούτο το τελευταίο είχε τα προβλήματά του: διότι, ναι, εξηρθρώθη ο τρομοκρατικός πυρήνας, πλην εξηρθρώθη από την αστυνομία και εντός βρετανικού εδάφους, τουτέστιν δεν χρειάστηκε να γίνει πόλεμος σε μια χώρα της Μέσης Ανατολής. Αλλά, όλα αυτά είναι λεπτομέρειες που κατά πάσα πιθανότητα περνούν απαρατήρητες από τους θεατές – ιδίως τους αμερικανούς, οι οποίοι θεωρούν αληθινό μόνον ό,τι προβάλλεται στην τηλεοπτική οθόνη, κυρίως στο CNN. Don’t think; keep moving.
Η σχέση της αμερικανικής κυβέρνησης με τρομοκράτες είναι μυστικό· κοινό μυστικό, ενδεχομένως, αλλά πάντως μυστικό. Αν τυχόν αποκαλυφθεί, η λύση είναι έτοιμη: ένας υπερπατριωτικός λόγος του προέδρου, μια καινούρια είδηση που θα στοχεύει στην αναμόχλευση του τρόμου, μια χολυγουντιανή παραγωγή που θα δείχνει ότι ο πραγματικός τρομοκράτης είναι ο Κάστρο, και βέβαια η άμεση ή λανθάνουσα σύνδεση των πάντων με την επίθεση στους δίδυμους πύργους, στο πλαίσιο μιας αποκρυφιστικής λογικής που διακηρύττει ότι «όλα έχουν σχέση μεταξύ τους».
Η επίθεση της 11/9 έχει ήδη περάσει στη βιομηχανία του Hollywood, έτοιμη να αποτελέσει σημαντικό τμήμα της αμερικανικής μυθολογίας (δεν χρησιμοποιώ τον όρο με την έννοια του «ψεύδους», αλλά ως εμπεριέχοντα την αρχετυπική αντίθεση καλού-κακού, τη φύση και τη δράση του ήρωα κλπ.)
Πρόσφατα, προβλήθηκαν οι ταινίες World Trade Center του Oliver Stone και United 93 του Paul Greengrass. Δεν είναι οι πρώτες απόπειρες κινηματογραφικής ερμηνείας του γεγονότος: το 2003, προβλήθηκε στις Η.Π.Α. η τηλεοπτική μίνι σειρά DC 9/11: Time of Crisis, σε σκηνοθεσία Brian Trenchand-Smith (όποιος άντεξε, θα την είδε στο Alter πριν από μερικές εβδομάδες). Ρητορικότατη και εξώφθαλμα προπαγανδιστική, είχε στόχο ν’ αναδείξει την «ηρωική» και ταυτόχρονα «ανθρώπινη» διάσταση του Bush – κοινώς να κατασκευάσει κάτι που δεν υπάρχει, πλην στη μυθοπλασία όλα επιτρέπονται. Άλλωστε, ένα από τα προσφιλέστερα μοτίβα του Hollywood είναι αυτό του ηρωικού και αδιάφθορου προέδρου (βλ., λ.χ., την ταινία Indipendence Day) – με τη διαφορά ότι, στην προκειμένη περίπτωση, η ταύτιση του κινηματογραφικού Bush με τον πραγματικό ολίγον απείχε από τα όρια του κωμικού, εξαιτίας της ανεπάρκειας του δεύτερου. Πιθανόν αυτός να ήταν ο λόγος που το DC 9/11 δεν κατάφερε να επιτελέσει το στόχο του και ουσιαστικά πέρασε στην αφάνεια.
Υποπτεύομαι ότι παρόμοια θα είναι η τύχη της ταινίας United 93. Η υπόθεση αναφέρεται στην τέταρτη τρομοκρατική επίθεση σε αεροπλάνο στις 11/9. Η αφήγηση (σε πραγματικό χρόνο) καλύπτει τα γεγονότα της αεροπειρατείας από τέσσερις Άραβες και τη συντριβή του σκάφους στο Shaksville της Pennsylvania. Βασισμένη εν μέρει σε πραγματικές μαρτυρίες (λ.χ., στα τηλεφωνήματα που έκαναν οι επιβάτες στους οικείους τους), η ταινία δείχνει, βέβαια, την αυτοθυσία των επιβατών που κατάφεραν να αλλάξουν την προγραμματισμένη από τους τρομοκράτες πορεία του αεροπλάνου προς την αμερικανική πρωτεύουσα. Εν τούτοις, το τραγικό τέλος (καταστροφή) δεν επιτρέπει την επί μακρόν ιδεολογική αξιοποίηση του United 93: οι ήρωες της αμερικανικής μυθολογίας δεν πρέπει να σκοτώνονται.
Με το World Trade Center τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Όσοι θυμούνται τον Oliver Stone από τις παλαιές εικονοκλαστικές ταινίες του (Platoon, Born on the 4th of July, JFK) αντίκρισαν έναν καινούριο, μάλλον άγνωστο, σκηνοθέτη· και, όσοι φοβούνταν την κινηματογραφική του ματιά στην 11/9, σίγουρα ανακουφίστηκαν. Διότι, ο Stone έφτιαξε μια ταινία απολύτως συμβατική και «πολιτικώς ορθή»: το έθνος, ο πρόεδρος, οι ήρωες, η σημαία. Ο κριτικός Anthony Kaufman παρατήρησε ότι ο κάποτε ανατρεπτικός σκηνοθέτης ουσιαστικά εξυμνεί «την εξουσία, το θεό και τον Bush», παρουσιάζοντας έναν «ευκολοχώνευτο μύθο του αμερικανικού ηρωισμού» με ένα σχεδόν ευτυχές τέλος: οι διασώστες (Nicolas Cage κ.ά.) είναι οι αναμφισβήτητοι ήρωες και το τελευταίο πλάνο εστιάζεται στην αμερικανική σημαία που κυματίζει πλήρης συμβολισμών.
Έχει επισημανθεί ότι η διαφημιστική εκστρατεία της παραγωγού εταιρίας Paramount για την προώθηση της ταινίας στόχευε σε δύο κοινωνικές ομάδες: τους εφήβους και τη χριστιανική Δεξιά. Φαίνεται, όμως, πως η χριστιανική Δεξιά είχε κιόλας ετοιμάσει τη δική της επίθεση. Στις 10/9/2006 άρχισε στο ABC η προβολή της τηλεοπτικής μίνι σειράς με τίτλο The Path to 9/11 (παραγωγής του ABC και της Walt Disney), όπου, ούτε λίγο ούτε πολύ, η προηγούμενη κυβέρνηση Clinton παρουσιάζεται υπεύθυνη για τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11/9, επειδή είτε αγνόησε τις απειλές της Αλ Κάιντα είτε σταμάτησε τις επιχειρήσεις που θα μπορούσαν να έχουν εξουδετερώσει τον Οσάμα μπιν Λάντεν. Ήδη έχουν προκληθεί αντιδράσεις στο κόμμα των Δημοκρατικών, κυρίως εκ μέρους των μελών της τότε κυβέρνησης. Είναι δε τουλάχιστον ενδιαφέρουσες οι σχέσεις των παραγόντων της σειράς με κύκλους της χριστιανικής Δεξιάς και με τον David Horowitz.
Ο David Horowitz, συγγραφέας, εκδότης και νυν δεξιός ακτιβιστής, άρχισε την πολιτική του σταδιοδρομία από μαοϊκές οργανώσεις, όταν ήταν φοιτητής στο πανεπιστήμιο Columbia. Πλην, μετά το Βιετνάμ, επανήλθε στο δρόμο του θεού. Από το 1992, οπότε ορκίστηκε η πρώτη κυβέρνηση Clinton, ξεκίνησε τη δημιουργία ενός πολιτικά ενεργού δεξιού δικτύου στο Hollywood. Ίδρυσε το «Κέντρο Ελευθερίας» (David Horowitz Freedom Center) που αργότερα μετονομάστηκε σε «Κέντρο Μελέτης Μαζικής Κουλτούρας» (David Horowitz Center for the Study of Popular Culture) – επιβεβαιώνοντας ότι γνωρίζει πολύ καλά ποιος καθορίζει τις νοοτροπίες και τις τάσεις της κοινής γνώμης. Ένα από τα θέματα της πολιτικής ατζέντας του εν λόγω Κέντρου είναι η σύνδεση της κυβέρνησης Clinton με τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11/9.
Στην προσπάθειά του να απαλλάξει το Hollywood από τους επικίνδυνους προοδευτικούς, ο Horowitz βρήκε ένα σημαντικό σύμμαχο. Πρόκειται για τον David Cunningham, που συμπτωματικά είναι ο σκηνοθέτης της σειράς The Path to 9/11. Αυτός ο David Cunningham είναι γιος του Loren Cunningham, ο οποίος είχε ιδρύσει τη δεξιά ευαγγελική οργάνωση «Νεολαία με Αποστολή» (Youth With A Mission – YWAM)· η οργάνωση αυτή προσπάθησε να αποκτήσει επιροοή στο κόμμα των Ρεπουμπλικάνων στη δεκαετία του 1980. Ο πατήρ Cunningham ήταν υποστηρικτής των αυταρχικών καθεστώτων της Ν. Αφρικής και της Κεντρικής Αμερικής και επίσης ένθερμος οπαδός της «Χριστιανικής Αναδόμησης» (Christian Reconstructionism), ενός ακραίου κινήματος ευαγγελικών θεολόγων, που υπερασπιζόταν τη χρήση μυστικής πολιτικής δράσης ώστε οι Η.Π.Α. να εγκαταλείψουν το Σύνταγμα και να τεθούν υπό τον έλεγχο του Βιβλικού νόμου. Μάλιστα, ίδρυσε ένα σχολείο για την εκπαίδευση των νεαρών μελών της οργάνωσης, όπου, σύμφωνα με τις καταγγελίες ενός πρώην μαθητή, οι εκπαιδευτικές μέθοδοι θύμιζαν «πλύση εγκεφάλου». Ο υιός Cunningham, με τη σειρά του, ίδρυσε μια βοηθητική ομάδα, το «Ινσιτούτο Κινηματογράφου» (The Film Institute)· αποστολή του ήταν η επίτευξη του μετασχηματισμού και της επανάστασης, κατά τις θεϊκές επιταγές, στην κινηματογραφική και τηλεοπτική βιομηχανία. Σ’ αυτό το πλαίσιο, φρόντισε να τοποθετήσει νέους από την YWAM σε λιγότερο ή περισσότερο σημαντικές θέσεις στο Hollywood· ως γνωστόν, «τα κάστρα παίρνονται από μέσα».
Με δεδομένο ότι το Hollywood δεν ήταν ποτέ προοδευτικό (ή κι αν ήταν, τούτο συνέβη για σύντομο χρονικό διάστημα και πάντως σε ήπιους τόνους), αναρωτιέται κανείς πόσο πιο συντηρητικό θα μπορούσε να γίνει. Προφανώς, υπάρχουν αρκετά περιθώρια. Η θεματοποίηση της καταστροφής και του τρόμου από τον αμερικανικό κινηματογράφο και η αναμφίβολη κυριαρχία των υπεράνθρωπων ηρώων (δεν είναι τυχαία η επιστροφή του Superman) προσφέρονται για άπειρους συνδυασμούς· από την άλλη, το πλαίσιο της «σύγχρονης απειλής» παρέχει (φαινομενικά) νέες πλοκές.
Όπως επεσήμανε ο William Greider (14.8.2006, The Nation.com), η θεματοποίηση και η ανακύκλωση (στην ειδησεογραφία ή στον κινηματογράφο), του τρόμου, πραγματικού ή φαντασιακού, περιορίζει την αμερικανική πολιτική στα πιο πρωτόγονα ανακλαστικά της, όπου το ζητούμενο δεν είναι η σκέψη αλλά η δράση και μάλιστα η άμεση και αποτελεσματική: ό,τι επιθυμεί και εκπροσωπεί ο νυν πρόεδρος των Η.Π.Α. Παρήλθαν πλέον οι εποχές που ακόμη και οι υπεράνθρωποι ήρωες θα είχαν ηθικούς δισταγμούς για το αν η ωφελιμιστική αρχή «σκοτώνω δέκα για να σωθούν εκατό» είναι εν τέλει ορθή· τώρα, ακόμη και η σκέψη είναι προδοσία: Don’t think; keep moving.