Σάββατο, Μαΐου 20, 2006
Η θεματοποίηση της καταστροφής στον αμερικανικό κινηματογράφο (Ι)

Σε όλες σχεδόν τις μυθολογίες υπάρχει το μοτίβο της καταστροφής του κόσμου, η οποία μάλιστα σηματοδοτεί τη μετάβαση σε μια νέα πραγματικότητα, ενδεχομένως και σε μια νέα οντολογία. Κάπως έτσι, με μια καταστροφή, τελείωσε η λεγόμενη «εποχή του σιδήρου» στην αρχαία ελληνική μυθολογία, αφού ο Δίας, εξοργισμένος από την απόλυτη ηθική παρακμή του ανθρώπινου γένους, απεφάσισε να το εξαφανίσει με τον φοβερό του κεραυνό· το έργο ολοκλήρωσε ο κύριος των υδάτων, ο Ποσειδώνας, προκαλώντας έναν συντριπτικό κατακλυσμό. Παρόμοιες ιστορίες διαβάζουμε και στο βαβυλωνιακό Έπος του Γιλγαμές, όπου επίσης απαντά το μοτίβο του κατακλυσμού, αλλά και στην Παλαιά Διαθήκη, όπου μεταξύ άλλων καταστρέφονται τα Σόδομα και τα Γόμορρα με φωτιά και καταποντισμό, και ολόκληρη η γη με τον κατακλυσμό του Νώε. Εξίσου καταστροφική είναι βέβαια και η ατμόσφαιρα της Αποκάλυψης· οι επτά σάλπιγγες, το θηρίο, η τελική μάχη στην πεδιάδα του Αρμαγεδδώνος συγκροτούν μια εικονογραφία που έμεινε να ονομάζεται «αποκαλυψιακή», όχι μόνο επειδή χαρακτηρίζεται από εξαιρετική βιαιότητα αλλά κυρίως επειδή συνδέθηκε με τη χριστιανική εσχατολογία.
Με αυτά τα δεδομένα, δεν θα έπρεπε να μας εκπλήττει το γεγονός ότι το θέμα της καταστροφής είναι αρκετά προσφιλές στην τέχνη, όχι μόνο των τελευταίων αιώνων. Και αν στη μυθολογική ή τη θρησκευτική παράδοση προσμετρήσουμε τις συλλογικές αντικειμενικές εμπειρίες – λ.χ. τη Μαύρη Πανώλη του μεσαίωνα, τους αλλεπάλληλους πολέμους, το πυρηνικό ολοκαύτωμα στη Χιροσίμα, αλλά και φυσικά γεγονότα όπως οι σεισμοί και οι ηφαιστειακές εκρήξεις – αντιλαμβανόμαστε ότι το πεδίο έμπνευσης διευρύνεται ακόμη περισσότερο.

Παρ’ όλο που η καταστροφή είναι θέμα οδυνηρόν και φθαρτικόν, η ένταξή της στην τέχνη είναι επίσης εύλογη. Πέραν του ότι παρέχει στους καλλιτέχνες την ευκαιρία για δραματικές εντάσεις και για ενδιαφέρουσες ψυχογραφήσεις των χαρακτήρων, αποτελεί πρόσφορο υλικό για την επίτευξη της κάθαρσης – όπως κι αν ερμηνευτεί τελικά αυτός ο πολυσυζητημένος όρος. Άλλωστε, στην «καλλίστη τραγωδία» κατ’ Αριστοτέλη, κεντρική θέση κατέχει η καταστροφή του τραγικού ήρωα, σε βιολογικό ή ψυχολογικό επίπεδο· εξ αυτού, η μετάβαση από το ατομικό μαρτύριο στην απειλή της συλλογικής εξαφάνισης δεν είναι τόσο δύσκολη. Επιπλέον, ούτε η αισθητική απόλαυση οδυνηρών θεμάτων είναι τόσο σύγχρονη όσο υποθέτουμε. Μπορεί ένα από τα προσφιλή παραδείγματα των αισθητικών φιλοσόφων να είναι οι λυρικές περιγραφές του Galeazzo Ciano, για τους βομβαρδισμούς της Αβησσυνίας, όμως αντίστοιχης ποιότητας είναι ορισμένα κείμενα του Τερτυλλιανού ή του Αγίου Βερνάρδου για τα τερατώδη γλυπτά κάποιων μοναστηριών ή για τις απεικονίσεις των φρικτά παραμορφωμένων σωμάτων των μαρτύρων.

Σε κάθε εποχή και σε κάθε περίπτωση, το θέμα της καταστροφής συνδέεται με ένα πλέγμα θρησκευτικών, πολιτικών και φιλοσοφικών ιδεών αντιλήψεων και στάσεων. Ο Νίκος Καζαντζάκης, λ.χ., που χρησιμοποιεί συχνότατα εικόνες καταστροφής στο έργο του, έχει δηλώσει πλείστες όσες φορές την πεποίθησή του ότι ο παλαιός κόσμος πρέπει να εξαφανιστεί και στη θέση του να δημουργηθεί ένας καινούριος, μια πεποίθηση που, εν προκειμένω, οφείλεται στη θητεία του συγγραφέα στο νιτσεϊσμό και στην ιδεολογία της κομμουνιστικής επανάστασης και που απηχεί, εν πολλοίς, την κοινή αίσθηση πολλών συγχρόνων του καλλιτεχνών, στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Με την ανακοίνωσή μου θα αναφερθώ στο θέμα της καταστροφής στον αμερικανικό κινηματογράφο, επιχειρώντας να διερευνήσω τόσο τις θεωρητικές και νοοτροπικές του προϋποθέσεις όσο και το ειδικό ιδεολογικό του βάρος.

Σύμφωνα με τους μελετητές της αμερικανικής μαζικής κουλτούρας, η «χρυσή εποχή» των ταινιών καταστροφής ήταν η δεκαετία του 1970. Παρ’ όλο που μοτίβα και εικόνες καταστροφής απαντούν βεβαίως και μάλιστα συχνά σε παλαιότερες ταινίες, στη δεκαετία του 1970 διαμορφώνεται ένα νέο θεματικό είδος ταινιών, όπου ο πυρήνας της πλοκής είναι ακριβώς μια καταστροφική δύναμη, συνήθως – αλλά όχι πάντα – φυσικής προελεύσεως: σεισμοί, τυφώνες, φωτιές, τσουνάμι, ηφαίστεια, καρχαρίες – αλλά και αεροπλάνα έτοιμα να συντριβούν σε πυκνοκατοικημένες μεγαλουπόλεις. Αναφέρω ενδεικτικά τις ταινίες The Poseidon Adventure (1972), που αναφέρεται σ’ ένα καταστροφικό τσουνάμι, Towering Inferno (1974), που επικεντρώνεται στην πυρκαγιά ενός ουρανοξύστη στο Σαν Φρανσίσκο, Earthquake (1974), που θεματοποιεί ένα σεισμό, ο οποίος απειλεί να ισοπεδώσει το Λος Άντζελες, και Airport (1970), που εξιστορεί την πιθανότητα συντριβής ενός αεροπλάνου σ’ ένα μητροπολιτικό κέντρο· όμως, η αναμφισβήτητη επιτυχία της δεκαετίας ήταν η ταινία Jaws (1975) – γνωστό στα ελληνικά με τον τίτλο Τα σαγόνια του καρχαρία. Η επιτυχία των ταινιών φαίνεται και από το γεγονός ότι σύντομα γυρίστηκαν τρεις συνέχειες για την ταινία Airport, μία για το Poseidon Adventure και τρεις για τα Σαγόνια του καρχαρία, που έτσι επιβιώνει και στη δεκαετία του 1980, όταν πια το ενδιαφέρον για τις ταινίες καταστροφής προσωρινώς υποχωρεί. Στη δεκαετία του 1990, παρατηρείται μια απρόσμενη αναβίωση. Πιθανότατα, η ταινία που θυμόμαστε περισσότερο από εκείνη την εποχή να είναι ο Τιτανικός (1997)· ωστόσο υπήρξαν κι άλλες, νομίζω σημαντικότερες από ιδεολογικής απόψεως: αναφέρω ενδεικτικά τις ταινίες Twister (1996), για έναν καταστρεπτικό τυφώνα στις μεσοδυτικές πολιτείες, Dantes Peak (1997), για την έκρηξη ενός ηφαιστείου, Asteroid (1997), όπου ένας τεράστιος αστεροειδής απειλεί να εξαφανίσει τη γη, και Armageddon (1998), όπου η απειλή καταστροφής προέρχεται από έναν μετεωρίτη. Προχωρώντας στον αιώνα μας, θα σημείωνα την ταινίες End of Days (1999), Left Behind (2000) και Ο πόλεμος των κόσμων(2005) · στις δύο πρώτες είναι περισσότερο έκδηλη η αποκαλυψιακή ατμόσφαιρα, γεγονός που σχετίζεται βέβαια με την έλευση της νέας χιλιετίας· η τρίτη, που βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Ηerbert George Wells (1898), είναι επιστημονικής φαντασίας και αναφέρεται στην εισβολή εξωγήινων στη γη.

Εκτός από τις ταινίες καταστροφής, όμως, ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι ταινίες που, χωρίς να ανήκουν στο συγκεκριμένο είδος, ενσωματώνουν το ίδιο θέμα και τις ίδιες εικόνες. Ταινίες όπως Ράμπο, Πολύ σκληρός για να πεθάνει, Ο Εξολοθρευτής, Πλατούν, Αποκάλυψη τώρα, για να περιοριστώ σ’ αυτές, παρουσιάζουν στο θεατή δεκάδες εικόνες σφαγών, ερημωμένων τόπων, πυρπολημένων πόλεων και χωριών. Παρ’ όλο που τέτοιες ταινίες συνήθως δεν συμπεριλαμβάνται στη μελέτη του θέματος της καταστροφής – για το λόγο ότι το πεδίο έρευνας θα κάλυπτε σχεδόν με τα 2/3 της αμερικανικής κινηματογραφικής παραγωγής – θεωρώ ότι πρέπει να τις λάβουμε υπόψη προκειμένου να διερευνήσουμε πληρέστερα τη θεματοποίηση της καταστροφής και την ιδεολογική της λειτουργία.

Με αυτά τα δεδομένα, μπορούμε νομίζω να προχωρήσουμε σε μια πρώτη τυπολογία, με κριτήριο το ποιος είναι ο φορέας της καταστροφής σε κάθε περίπτωση. Στις ταινίες καταστροφής, αυτός ο φορέας είναι πρωτίστως η φύση και δευτερευόντως μια εξωγήινη δύναμη, ενώ στις πολεμικές ταινίες ή τις ταινίες δράσης προβάλλεται κυρίως ο άνθρωπος ως καταστροφέας, και μάλιστα με δύο διαφορετικές ιδιότητες: εκείνη του κακού εχθρού (λ.χ., στο Pearl Harbor) κι εκείνη του εκδικητή-τιμωρού (λ.χ., στο Ράμπο). Παρά τις διαφοροποιήσεις τους ως προς την πηγή της καταστρεπτικής δύναμης, όλες οι ταινίες, είτε είναι πολεμικές είτε δράσης είτε καταστροφής, έχουν ένα σημαντικό κοινό χαρακτηριστικό: εκείνοι που καλούνται ν’ αντιμετωπίσουν και κατά κανόνα να αποτρέψουν την καταστροφή δεν είναι οι κρατικοί φορείς ούτε οι αρμόδιες υπηρεσίες, αλλά ένας πολίτης ή μια ομάδα πολιτών. Η επαπειλούμενη καταστροφή ουσιαστικά αναδεικνύει την ανικανότητα του (δημοκρατικού) κράτους, την αδυναμία της ηγεσίας και τη διαφθορά φορέων και θεσμών, προβάλλοντας παράλληλα ως «σωτήρες» ανθρώπους που περιφρονούν τις κρατικές αρχές, τους θεσμούς και τους κανόνες. Σε πρώτο επίπεδο, η καταστροφή επέρχεται επειδή οι αρμόδιες αρχές δεν έκαναν καλά τη δουλειά τους: λ.χ., στο Towering Inferno, ο ουρανοξύστης παραδίδεται στις φλόγες, επειδή οι κατασκευαστές παρέβλεψαν τα συστήματα ασφαλείας, για να διευρύνουν το περιθώριο του κέρδους τους· στο Jaws, οι αρχές του νησιού Amity δεν ειδοποιούν τους τουρίστες για την επίθεση του καρχαρία, για να μην προκαλέσουν κρίση στην τοπική οικονομία· στο Armageddon, η ΝΑSA αδυνατεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του μετεωρίτη επειδή δεν έχει ούτε τα απαιτούμενα κονδύλια ούτε το απαιτούμενο προσωπικό. Αλλά, εκεί που αποτυγχάνει το κράτος, τη λύση δίνει ο πολίτης: ο αστυνόμος Martin Brody στο Jaws, o ηφαιστειολόγος Harry Dalton στο Dantes Peak, ο μηχανικός γεωτρήσεων Harry Stamp στο Armageddon.

Αυτή η βασική αντίθεση ανάμεσα στη συλλογική ανεπάρκεια του κράτους και στην ατομική ικανότητα ενός πολίτη αποτελεί το σταθερότερο ίσως χαρακτηριστικό της αμερικανικής μαζικής κουλτούρας· άλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι ο υπεράνθρωπος ήρωας, σε κάθε πιθανή του εκδοχή, εξακολουθεί να κυριαρχεί στις Η.Π.Α., ενώ στην Ευρώπη έχει κλείσει τον κύκλο του εδώ και δεκαετίες. Θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί μήπως αυτή η βαθιά δυσπιστία προς την εξουσία, που διαρκώς επανέρχεται στις αμερικανικές ταινίες, εν τέλει λειτουργεί ως δικλείδα ασφαλείας και εγγυάται τη μακροημέρευση και την κυριαρχία του συστήματος. Ο φιλόσοφος της μαζικής κουλτούρας Slavoj Zizek απαντά καταφατικά, λέγοντας «Εκείνο που με γοητεύει στις ταινίες καταστροφής είναι ότι οι περιστάσεις του τεράστιου αφανισμού ξαφνικά επιφέρουν την κοινωνική συνεργασία». Για να χρησιμοποιήσω τα λόγια του κριτικού Anthony Kaufman, εκείνο που προβάλλεται ως πρότυπο σε τέτοιες ταινίες είναι το αναμφισβήτητο πνεύμα πολιτών, που μέχρι χτες ήσαν παντελώς άσχετοι μεταξύ τους, να συνεργαστούν για να κρατήσουν ζωντανό το Αμερικανικό Όνειρο. Ας σημειωθεί ότι η εμφάνιση και η επιτυχία των ταινιών καταστροφής συμπίπτει με περιόδους που η αμερικανική κοινή γνώμη δείχνει απογοητευμένη και δύσπιστη απέναντι στην πολιτική της ηγεσία: στη δεκαετία του ’70, εξαιτίας του πολέμου στο Βιετνάμ και του Watergate· στη δεκαετία του ’90, εξαιτίας των σκανδάλων της προεδρίας Clinton· σήμερα, εξαιτίας της πολιτικής του George W. Bush. Αντιθέτως, στη δεκαετία του ’80, η προεδρία Reagan δημιούργησε την αίσθηση της ασφάλειας και της ισχύος, επαναβεβαιώνοντας την αποστολή και το «πρόδηλο πεπρωμένο» (manifest destiny) του αμερικανικού έθνους· μ’ αυτό το κλίμα, δεν εναρμονίζονταν οι ταινίες καταστροφής, ταίριαζαν όμως πάρα πολύ οι ταινίες τύπου «Ράμπο».

(η συνέχεια στο επόμενο...)


 
Από τη Λίτσα κατά τις 5:37 μ.μ. | Ενθύμιον |


4 Σημειώσεις:


Κατά τις 5:56 μ.μ., Blogger Eu-aggelos

καλησπέρα πολύ εποικοδομητικό γι άλλη μια φορα το ποστ σου για ένα θέμα πολύ δημοφιλές και αναμενω τη συνέχεια.πάντως για μια ακόμα φορα αναγκάστικα να το κανω copy στο word για να το διαβάσω και άρχισα να εύχομαι εκείνος ο μετεωρίτης να έβρισκε το στόχο του και να εξαφάνιζε τον ενοχλητικό πλανήτη που είναι στο backround...

 

Κατά τις 6:03 μ.μ., Blogger Λίτσα

Χρυσέ μου, γιατί γκρινιάζεις? Αφού, όταν κάνεις roll στο κείμενο, ο πλανήτης μένει σταθερός!
Τέλος πάντων, κάποια στιγμή θα αλλάξω το background, αλλά όχι απόψε (βαριέμαι).

 

Κατά τις 6:10 μ.μ., Blogger Λίτσα

Για την Ευρώπη, συνοπτικώς: οι ταινίες καταστροφής είναι συγκριτικά πολύ λιγότερες και εντάσσονται σε άλλο φιλοσοφικό πλαίσιο (του υπαρξισμού, λ.χ., ή της αντιπολεμικής κριτικής, ακόμη και της χριστιανικής εσχατολογίας στον Μπέργκμαν, όχι όμως στην πουριτανική της εκδοχή, αλλά από τη σκοπιά του χριστιανικού υπαρξισμού).
Αρκέσου σ' αυτό. Για το πώς γίνονται παιδάκια, είσαι ακόμη μικρούλα. Φτου, κακά.

 

Κατά τις 8:03 μ.μ., Blogger The Motorcycle boy

Αυτό τελικά που μου τη σπάει στα ποστ είναι πως δεν υπάρχει η δυνατότητα υπογράμμισης με φωσφοριζέ μαρκαδόρο.