Ο Μάρκος Πόρκιος Κάτων (234-149 π.Χ.) έμεινε στην ιστορία για δύο φράσεις του: «Η Καρχηδόνα πρέπει να καταστραφεί» και «Ω καιροί, ω ήθη». Η πρώτη, συνέβαλε στη διεξαγωγή του Τρίτου Καρχηδονιακού πολέμου (149-146 π.Χ.), που οδήγησε στην καταστροφή της Καρχηδόνας. Η δεύτερη, όμως, δεν υπήρξε το ίδιο «αποτελεσματική»· διότι, ο Κάτων μπορεί να καυτηρίαζε τη Ρώμη του καιρού του, επιδιώκοντας την επαναφορά των παλαιών αυστηρών ηθών, πλην οι Ρωμαίοι ουδόλως ενοχλήθηκαν.
Από τότε, πολλοί εζήλωσαν τη δόξα του, αλλά λίγοι κατάφεραν να παραμείνουν στην ιστορία για παρόμοιους λόγους· μεταξύ αυτών, ο δομινικανός μοναχός Girolamo Savonarola (1452-1498), ο οποίος συμπεριεφέρθη όπως ο Κάτων, όχι στη Ρώμη αλλά στη Φλωρεντία, και τα κατάφερε κάπως καλύτερα· διότι, με τα πύρινα κηρύγματά του, επέτυχε να πείσει τους Φλωρεντινούς ότι η πολυτέλεια και η τρυφή μέσα στην οποία ζούσαν, ήταν η οδός προς την αιώνια Κόλαση – για να γλιτώσουν λοιπόν την πυρά στη μεταθάνατον ζωή, απεφάσισαν να κάψουν στην παρούσα βιβλία, πίνακες, έργα τέχνης και οτιδήποτε συντελούσε στη διαφθορά των ηθών. Η τεχνική της δημόσιας αποτέφρωσης ανήθικων αντικειμένων υπήρξε εξαιρετικά προσφιλής· εκτός από μάγισσες, η ανθρωπότητα τη χρησιμοποίησε πλειστάκις για να καταστρέψει επίσης βιβλία (στη Νυρεμβέργη, λ.χ.) – ως γνωστόν η πυρά είναι ένα από τα (συμβολικά και πραγματικά) μέσα καθάρσεως.
Την προηγούμενη εβδομάδα, βγήκε στη δημοσιότητα ένα («συγκλονιστικό») θέμα: καθηγητής έδωσε σε μαθητές Γυμνασίου να διαβάσουν για τα Χριστούγεννα το μυθιστόρημα της Λιλής Ζωγράφου Η αγάπη άργησε μια μέρα. Οι συμμετέχοντες στη σχετική συζήτηση εξέφρασαν τη φρίκη τους, διότι το εν λόγω βιβλίο περιέχει σκηνές βιασμού και σεξουαλικών πράξεων. Ο δημοσιογράφος εδήλωσε βέβαια ότι διαφωνεί με τη «δαιμονοποίηση» της λογοτεχνίας, αλλά εσημείωσε παραλλήλως ότι έχει καθήκον να δίδει βήμα στο λαϊκό αίσθημα και να «αφουγκράζεται» τις αγωνίες γονέων και κηδεμόνων. Δεν παρακολούθησα αν το θέμα πέρασε στα δελτία ειδήσεων (άλλωστε, η ειδησεογραφία ήταν αρκετά πλούσια, καθόσον το θέμα του «πολτού ελιάς» δεν είχε εξαντληθεί, προέκυψε δε και η δολοφονία εξέχοντος κρατικού παράγοντα)· έμαθα πάντως ότι ο καθηγητής απειλήθηκε με απόλυση, αλλά οι μαθητές, με τη σειρά τους, απείλησαν με επεισόδια και έτσι η υπόθεση σταμάτησε εκεί.
Το θέμα, όμως, επανήλθε (για λίγο) χθες το βράδι. Ενώπιον της διαφωνίας ενός των προσκεκλημένων του, ο δημοσιογράφος εδήλωσε ξανά ότι οι συνεργάτες του απεφάσισαν να δημοσιοποιήσουν την ιστορία, παρ’ όλο που ο ίδιος είχε διαφορετική γνώμη· προσέθεσε, πάντως, πως θεωρεί ότι η λογοτεχνία δεν πρέπει να προκαλεί τραύματα.
Δεν ξέρω τι άλλο ειπώθηκε και πώς εξελίχθηκε η συζήτηση (αν έγινε συζήτηση). Όσα άκουσα ήσαν αρκετά για να φέρουν στον μυαλό μου τον Κάτωνα· το Σαβοναρόλα δεν τον θυμήθηκα, διότι πυρές δεν έχουν ανάψει ακόμη.
Το θέμα της λογοκρισίας είναι παλαιό, τόσο παλαιό όσο και ο Πλάτων. Σε γενικές γραμμές, οι θέσεις που έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς είναι ακραία και διαμετρικά αντίθετες: αφενός υπάρχουν εκείνοι που υποστηρίζουν τη λογοκρισία (σε απόλυτο ή σχετικό βαθμό) και αφετέρου εκείνοι που κηρύσσονται εναντίον της. Το βασικό ερώτημα που εγείρεται, και που δεν έχει ακόμη απαντηθεί, έχει δύο σκέλη: πρώτον, ποιος είναι εκείνος που θα μπορούσε να ασκήσει λογοκρισία (όχι σε θεσμικό, αλλά σε ουσιαστικό επίπεδο), και δεύτερον, πώς θα είμαστε σίγουροι ότι ο ασκών τη λογοκρισία θα είναι πάντα αντικειμενικός και δεν θ’ αρχίσει να γράφει στη μαύρη λίστα οτιδήποτε φαίνεται αντίθετο προς τις εκάστοτε κυβερνητικές επιδιώξεις (άλλωστε, δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια, από την εποχή που ο Αριστοφάνης και ο Πλάτων ήταν λογοκριμένοι). Οι υποστηρικτές της λογοκρισίας ψελίζουν διάφορα ιδεαλιστικά περί μιας ανεξάρτητης αρχής (σαν την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, ένα πράμα), στην οποία θα συμμετέχουν πνευματικοί άνθρωποι, με βεβαιωμένη παιδεία, ορθή κρίση και τα παρόμοια. Οι πολέμιοι της λογοκρισίας εξακολουθούν να είναι επιφυλακτικοί και επιμένουν ότι, προκειμένου να διακινδυνεύσουμε την περίφημη ελευθερία του λόγου, της έκφρασης κλπ., είναι προτιμότερο να αφήσουμε την επιλογή στους πολίτες.
Προφανώς, το πρόβλημα δεν είναι διόλου απλό – τουναντίον, καταλήγει σε φαύλο κύκλο. Σ’ ένα δημοκρατικό πολίτευμα, λ.χ., δεν μπορεί να υπάρχει λογοκρισία, διότι παραβιάζεται η ελεύθερη έκφραση· τούτο σημαίνει ότι ακόμη και οι φασιστικές ιδέες θα πρέπει να διακινούνται ελεύθερα· αλλά, μ’ αυτόν τον τρόπο, υπάρχει ο κίνδυνος να ανατραπεί το δημοκρατικό πολίτευμα – αν όμως απαγορευτεί η ελεύθερη διακίνηση των ιδεών, τότε το πολίτευμα δεν θα είναι δημοκρατικό. Τι γίνεται λοιπόν σ’ αυτήν την περίπτωση; Αφήνουμε τους πολίτες ν’ αποφασίσουν (περιττό να υπομνήσω ότι ο Χίτλερ άκρως δημοκρατικά εξελέγη). Από την άλλη, αν κανείς εξετάσει ενδελεχώς την πραγματικότητα, θα διαπιστώσει ότι η «ελεύθερη έκφραση» είναι κατ’ ουσίαν νεκρό γράμμα. Διότι, μπορεί να μην υπάρχει επιτροπή λογοκρισίας, αλλά η κοινή γνώμη ελέγχεται με πιο «διακριτικούς» και δημοκρατικούς τρόπους (λ.χ., τα ΜΜΕ, την έννοια του «πολιτικώς ορθού» κ.ά.), κυρίως δε υπάρχει η πρακτική της «ετικέτας» (κοινώς ταμπελίτσας): αν βγεις και μιλήσεις εναντίον της Εκκλησίας είσαι «άθεος», αν επικρίνεις την εθνική πολιτική είσαι «εθνικιστής» ή «εθνικός μειοδότης» (κατά περίπτωσιν) – γνωστά είναι αυτά, δεν χρειάζεται η επανάληψη.
Το θέμα είναι τεράστιο και, όσο διευρύνεται, τόσο περιπλέκεται. Ακόμη κι αν το περιορίσουμε στη λογοτεχνία, πάλι έχουμε να κάνουμε με ένα αχανές πεδίο, εφόσον η συζήτηση πάλι από τον Πλάτωνα θα ξεκινούσε. Εν προκειμένω, μάλιστα, ο προβληματισμός έχει περάσει και στο πεδίο της αισθητικής θεωρίας: έτσι, η θεωρία του ηθικισμού μας λέει ότι ένα έργο τέχνης οφείλει να παρέχει ηθικά διδάγματα, ενώ η θεωρία του αισθητισμού επιμένει ότι η τέχνη δεν είναι θεραπαινίδα της ηθικής και ότι η αισθητική απόλαυση δεν πρέπει να υποτάσσεται στην ηθική αναγκαιότητα. Ατυχώς, καμία από τις δύο θεωρίες δεν έλυσε το πρόβλημα: υπάρχουν χιλιάδες προσεγγίσεις και διάφορα κριτήρια (υποκειμενικά και μη) που υπεισέρχονται προκειμένου να μιλήσει κανείς για ένα έργο τέχνης. Μια στενά ηθικιστική ανάγνωση θα καθιστούσε την Παλαιά Διαθήκη ανήθικο βιβλίο· μα, σου λένε οι πιστοί, όλα αυτά που αναφέρονται στην Παλαιά Διαθήκη είναι αλληγορίες ή πάντως προβάλλονται ως παραδείγματα προς αποφυγήν. Αναρωτιέμαι για ποιο λόγο οι ίδιο αυτοί άνθρωποι που υπερασπίζονται την ηθικότητα της Π.Δ., ρίχνουν στην πυρά βιβλία που θεωρούν ανήθικα· προφανώς, επειδή οι συγγραφείς τους δεν είναι θεόπνευστοι. Υπ’ αυτό το πρίσμα, όμως, δεν υπάρχει ούτε ένα βιβλίο στην παγκόσμια λογοτεχνία που θα άξιζε να διασωθεί από την πυρά – διότι, σε όλα τα λογοτεχνικά έργα υπάρχει το θέμα του κακού με τη μία ή την άλλη μορφή (στο κάτω-κάτω, η Μήδεια σκότωσε τα παιδιά της εν ψυχρώ, ο Ρασκόλνικοφ πετσόκοψε τη γριά, η Άννα Καρένινα απάτησε τον άντρα της, άσε πια τι γίνεται στον Άμλετ – για ποιους «καταραμένους» ποιητές καθόμαστε και συζητάμε, εδώ ο Άντερσεν και οι Γκριμ ωθούν τα παιδάκια στο δρόμο της απωλείας και κατ’ ουσίαν ούτε βίους αγίων δεν μπορείς να διαβάσεις, εφόσον αρκετοί από τους πειρασμούς των πρωταγωνιστών είναι σεξουαλικού χαρακτήρα).
Αφήνοντας κατά μέρος κανόνες και θεωρίες, σημειώνω ότι για τις προσωπικές μου προτιμήσεις, ένα λογοτεχνικό κείμενο πρέπει κάτι να έχει να πει: αυτό το «κάτι» το ονομάζω «ηθική θέση» και φυσικά δεν ταυτίζεται ούτε με τη φτηνή ηθικολογία ούτε (κατ’ ανάγκην) με την τρέχουσα ηθική· η τρέχουσα ηθική μπορεί λ.χ. να θεωρεί ότι η επιβεβλημένη και υποχρεωτική στάση είναι αυτή της υποταγής, όμως, κατ’ εμέ, ένα έργο που θα προέβαλλε τη θέση ότι πρέπει κανείς να αντιτάσσεται στην αυθαιρεσία οποιασδήποτε εξουσίας είναι απολύτως ηθικό. Φυσικά, υπάρχουν και βιβλία χωρίς θέση (όπως ο Κώδικας Ντα Βίντσι, ας πούμε) – αυτά τα διαβάζω για απλή διασκέδαση αντί να λύσω ένα σταυρόλεξο ή να παρακολουθήσω τις μεσημεριανές εκπομπές κοινωνικής κριτικής· συχνά, η ανία γίνεται κακός σύμβουλος.
Επιπλέον, μπορώ να δεχτώ οτιδήποτε μέσα σ’ ένα λογοτεχνικό κείμενο αρκεί αυτό το «οτιδήποτε» να έχει οργανική σχέση με την πλοκή και να μην μπορείς να το αλλάξεις ή να το αφαιρέσεις διότι έτσι θα κατέστρεφες ολόκληρο το έργο. Είναι όπως στις ταινίες με τολμηρές ερωτικές σκηνές: σε μερικές, αυτές οι σκηνές αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της πλοκής, σε άλλες απλώς λειτουργούν ως «κράχτης» για να δει κανείς ένα κατά τα λοιπά μέτριο έργο και βέβαια υπάρχουν και οι ταινίες όπου η πλοκή εξυπηρετεί την καθαρή πορνογραφία (εν τούτοις, και η πορνογραφία έχει το ρόλο της – και υπό ορισμένες προϋποθέσεις συνιστά καλλιτεχνική ή και φιλοσοφική πρόταση· πρόχειρο παράδειγμα Ο εραστής της λαίδης Τσάτερλυ, ο Μέγας Ανατολικός ή, παλαιότερα, τα έργα του de Sade).
Ωραία όλα αυτά, θα ρωτήσει κανείς· τι να δώσω στο παιδί μου να διαβάσει; Διότι, εν τέλει, περί αυτού πρόκειται. Εκ των πραγμάτων, όλα τα βιβλία δεν είναι κατάλληλα για όλες τις ηλικίες. Μαθαίνουμε ανάγνωση από τα αλφαβητάρια και όχι από τα Μετά τα Φυσικά του Αριστοτέλους. Αντιστοίχως, η λογοτεχνική καλλιέργεια δεν θα μπορούσε να ξεκινήσει από τον Οδυσσέα του Joyce. Κι επειδή οι γονείς (επίσης εκ των πραγμάτων) δεν είναι πάντα σε θέση να επιμεληθούν τη λογοτεχνική καλλιέργεια των παιδιών τους, υπάρχει το σχολείο. Υποτίθεται, δε, ότι τελειώνοντας κανείς το Λύκειο θα είναι, ας πούμε, επαρκής αναγνώστης και θα έχει μάθει βασικά πράγματα για να κινηθεί σ’ ένα κείμενο· κι επειδή η μέση εκπαίδευση διαρκεί 6 χρόνια ενώ η απόκτηση λογοτεχνικής καλλιέργειας είναι περίπου ισόβια, υποτίθεται επίσης ότι θα έχει μάθει πού να ψάξει και τι να διαβάσει, προκειμένου να καλύψει όλα εκείνα που δεν ήταν δυνατόν να του καλύψει η εξαετής εκπαίδευση. (Εντάξει, το ξέρω ότι ζω σε άλλο κόσμο). Με απλά λόγια: καθώς διαμορφώνεται ένας νέος αναγνώστης, ασκείται ένα είδος «διακριτικής» λογοκρισίας (με την έννοια που περιέγραψα παραπάνω), η οποία όμως δεν έχει την έννοια της απαγόρευσης, αλλά την έννοια (ας μου επιτραπεί) της σταδιακής «μύησης» ή καλύτερα εξοικείωσης με την ιστορία της λογοτεχνίας, τη θεωρία της, τη φιλοσοφία της τέχνης, το περιεχόμενο των βασικών αισθητικών κινημάτων και όλα τα συναφή. Εφόσον έχουν πληρωθεί οι προϋποθέσεις αυτές, ο αναγνώστης μπορεί να πορευτεί μόνος του: μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι κανένα βιβλίο δεν θα αποτελέσει ποτέ «εγχειρίδιο άσκησης στη διαφθορά». Το πρόβλημα, εν τέλει, δεν είναι δύσκολο να λυθεί αν κάνουμε τον κόπο να οργανώσουμε την εκπαίδευση με ορθολογικό τρόπο και να της θέσουμε ως στόχο τη διαμόρφωση πολιτών που θα μπορούν να σκέφτονται, να κρίνουν και να επιλέγουν.
Τέτοιοι πολίτες, όμως, δεν είναι το όνειρο της εξουσίας – τουναντίον, αποτελούν τον εφιάλτη της. Ως εκ τούτου, καθόμαστε και αναλωνόμαστε σε συζητήσεις επί συζητήσεων περί λογοκρισίας και καλλιτεχνικής ελευθερίας, αενάως ηθικολογούντες και ασκούμενοι περί τα δεοντολογικά. Ως εκ τούτου, λαμβάνει το δικαίωμα ο οποιοσδήποτε δημοσιογράφος να εκφέρει δημοσίως δεοντικές κρίσεις περί του τι πρέπει και τι δεν πρέπει να διδάσκεται, περί του οφείλει και τι δεν οφείλει να κάνει η λογοτεχνία. Και να αποφαίνεται, περισπούδαστα ότι η λογοτεχνία δεν πρέπει να προκαλεί τραύματα.
Ορίστε το κριτήριο: η λογοτεχνία δεν πρέπει να πληγώνει. Συνεπώς, ας ρίξουμε στην πυρά τους τραγικούς, τον Dante, τον Shakespeare, τον Ντοστογιέφσκι, τον Flaubert, τον Byron – τέλος πάντων, όλους όσοι τραυματίζουν τις βεβαιότητές μας και τις ευαισθησίες μας, όλους όσοι έρχονται να διαταράξουν την αρμονική και ανώδυνη ένταξή μας στην υπάρχουσα πραγματικότητα.
(Η Λιλή Ζωγράφου δεν είναι από τις αγαπημένες μου συγγραφείς. Αλλά τούτο δεν οφείλεται στην ελευθεροστομία της ούτε στις «τολμηρές» σκηνές που περιγράφει. Και, ναι, νομίζω ότι είχε δίκιο ο Oscar Wilde όταν είπε πως δεν υπάρχουν ηθικά ή ανήθικα βιβλία, αλλά μόνο καλογραμμένα ή κακογραμμένα – και, κατά σύμπτωσιν, τα πλέον «ανήθικα» είναι και κακογραμμένα).
Κατά τις 11:00 π.μ., sorry_girl
Κατά τις 11:28 π.μ., The Motorcycle boy
Μεγάλο θέμα άνοιξες πάλι –φωτιά στα μπατζάκια μας! Είμαι εναντίον της λογοκρισίας για τους λόγους ακριβώς που αναφέρεις. Όμως, τι γίνεται με τα φασιστικά κείμενα; Τι γίνεται με τα υβριστικά-συκοφαντικά κείμενα; Γιατί κι αυτά, στηριζόμενα στην ελευθερία του λόγου προβάλλονται. Νομίζω λοιπόν ότι πρέπει να το δούμε από διαφορετική σκοπιά. Γιατί δεν υπολογίζουμε την αυτορύθμιση των κοινωνιών. Μια υγιής κοινωνία θα πέταγε στον κάλαθο των αχρήστων τα φασιστικά αναγνώσματα και θα τιμωρούσε τους υβριστές και συκοφάντες. Όταν όμως η κοινωνία πάσχει (και μπάζει από παντού) δεν φταίνε τα σκουπίδια που εμφανίζονται στον γραπτό λόγο. Μάλλον είναι σύμπτωμα της προβληματικής κοινωνίας παρά αιτία για κατακριτέες συμπεριφορές. Άρα, ας διορθώσουμε πρώτα τα μάτια μας και μετά θα διορθωθούν τα αναγνώσματά μας.
Συμφωνώ επίσης ότι υπάρχει πλέον στυγνή λογοκρισία που εφαρμόζεται από τα ΜΜΕ και τους κατ’ επάγγελμα ταμπελοποιούς. Το αστείο της υπόθεσης είναι πως οι κοινωνίες της πλήρους επιβολής παινεύονται για την ελευθερία που παρέχουν στους πολίτες τους –σκέψου πόσο διαδεδομένη είναι η άποψη της ελευθερίας λόγου στον Δυτικό κόσμο! Πόσο διαδεδομένη και πόσο ψευδής! Κι ας πάμε τώρα στην άλλη πλευρά –εκεί δηλαδή που δεν υπάρχει ελευθερία λόγου σύμφωνα με τους Δυτικούς. Ας πάμε στα φονταμενταλιστικά πολιτεύματα –απαγορεύεται να κυκλοφορήσουν πράγματα που προσβάλουν τα θρησκευτικά ήθη. Κακό; Σαφέστατα. Ας πάμε και στην Κούβα (για παράδειγμα) όπου οι κρατικές εκδόσεις κάποτε εφάρμοσαν το δόγμα «δεν εκδίδουμε βιβλία που δεν είναι επαναστατικά». Άσχημο; Βεβαίως, αναμφισβήτητα! Όμως, την ίδια ώρα που κατακρίνουμε τέτοιες πρακτικές, καταπίνουμε αδιαμαρτύρητα τα κριτήρια των δυτικών εκδοτικών οίκων που αποσκοπούν αποκλειστικά στην εμπορευματική αξία του βιβλίου. Συγνώμη δηλαδή, αλλά μεταξύ πολλών κακών προτιμώ αυτό που έχει καλύτερη αιτιολόγηση. Αν δεν μπορεί να διορθωθεί μια κοινωνία, προτιμώ τη λογοκρισία λόγω θρησκευτικών πεποιθήσεων ή λόγω ιδεολογικών απόψεων από τη στυγνή λογοκρισία της αγοράς. Προτιμώ να μου λένε ότι το βιβλίο προσβάλλει τον Προφήτη ή το Κόμμα, παρά να μου λένε πως το βιβλίο δεν θα πουλήσει. Και ξέρεις γιατί; Επειδή στην πρώτη περίπτωση μπορώ να αντιτάξω επιχειρήματα και τελικά να πετύχω την έκδοση του βιβλίου (ακόμα και σε άλλη χώρα) ενώ στη δεύτερη περίπτωση, το βιβλίο θα το φάει η μαρμάγκα ανεπιστρεπτί.
Κατά τις 12:22 μ.μ., divine mitsakos
Κατά τις 12:50 μ.μ., cyrus
Διαφωνώ καθέτως με τον συνάδελφο μηχανόβιο.
Η έννοια της "υγιούς κοινωνίας" υπάρχει μόνο στη φαντασία του Πλάτωνα και στις ονειρώξεις των φασιστών.
Το μόνο που μας έχει απομείνει σ' αυτό τον κόσμο είναι η ελευθερία, κι αυτή δεν είναι δεδομένη -- πρέπει να παλεύουμε καθημερινά γι' αυτήν. Και η λογοκρισία είναι ένα βήμα προς τη λάθος κατεύθυνση. Οι ιδέες πρέπει να διακινούνται ελεύθερα, γιατί αυτό εξασφαλίζει επίσης την ελεύθερη κριτική τους. Καμιά ιδέα δεν πρέπει να απαγορεύεται, ούτε να προστατεύεται. Ούτε στην πυρά, ούτε στο απυρόβλητο.
Όσο για το παράδειγμα με τους εκδότες, είναι αλήθεια ότι αν πάω το χειρόγραφό μου στον Καστανιώτη, μάλλον δεν θα το εκδώσει. Αλλά δεν υπάρχει μόνο ο Καστανιώτης, ή οι άλλοι 4 "μεγάλοι" -- υπάρχουν ένα κάρο εκδοτικοί οίκοι, και σίγουρα θα βρω κάποιον που θα θελήσει να το κάνει. Κι αν θεωρώ τον εαυτό μου "παρεξηγημένη μεγαλοφυΐα", μπορώ να το χρηματοδοτήσω κιόλας -- δεν κοστίζει πολύ...
sorry girl: σωστά όλη διαθέτουμε από μία και μάλιστα φροντίζουμε να ταιριάζει με την υπόλοιπη ένδυση.
mboy: σεντόνι-σχόλιο σε σεντόνι post (θυμήθηκα τους παλιούς καλούς καιρούς). Σε γενικές γραμμές δεν διαφωνώ - και παρ' όλο που η λογική του μη χείρονος ασφαλώς δεν λύνει το πρόβλημα, καταλαβαίνω την προσέγγισή σου.
dm - καλημέρα(ααααα)- το βιβλίο το έχω διαβάσει πολύ παλιά, δεν ενθουσιάστηκα αλλά δεν είναι από τα βιβλία που θα διέγραφα (και πάντως θα συνιστούσα την ανάγνωσή του έστω και μόνο για ιστορικούς λόγους). Πάντως τα ίδια θα έλεγα είτε το βιβλίο ήταν ο Κώδικας Ντα Βίντσι είτε το Έγκλημα και Τιμωρία, λ.χ.
cyrus - η έννοια της "υγιούς κοινωνίας" πράγματι προς το παρόνυπάρχει μόνο σε θεωρητικό επίπεδο, εν τούτοις δεν είναι εντελώς ουτοπική (με την έννοια το λογικώς αδυνάτου), φυσικά θα παραμείνει στη θεωρία, για να εξηγούμαι. Έχω μία ένσταση όμως: η ελεύθερη κριτική προϋποθέτει την ύπαρξη ανθρώπων που αρθρώνουν κριτικό λόγο (και ακούγονται) και ανθρώπων που μπορούν ν' αντιληφθούν τον κριτικό αυτό λόγο και να μην παρασυρθούν από λογικές πλάνες: αυτό κι αν είναι ουτοπικό...
Λίτσα, γιατί δε σου αρέσει η Λιλή;
Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σου συγγραφείς;
Συμφωνώ με τον Cyrusgeo αναφορικά με την ελεύθερη διακίνηση όλων των ιδεών και δυσκολεύομαι να καταλάβω την ένστασή σου.
Αν έχουμε θωρακιστεί με την παιδεία, όλες αυτές τις αξιολογικές κρίσεις που κάνει ο κάθε δημοσιογραφος (όχι μόνο περί λογοτεχνίας) τις γράφουμε στα αρχεία μας
numb - το είπες μόνος σου. ΑΝ έχουμε θωρακιστεί με την παιδεία. Το πρόβλημα όμως δεν είναι άν έχουν θρωακιστεί δέκα άνθρωποι, αλλά όλοι ή τουλάχιστον η καθοριστική πλειονότητα μιας κοινωνίας. Και, αυτό θεωρώ ουτοπικό, όθεν η ένστασή μου. Προφανώς, αυτό δεν συμβαίνει - απόδειξη, ότι αρκεί να βγει η οποιαδήποτε "αυθεντία" στην TV, να πει ό,τι της καπνίσει και να γίνει πανικός.
Για το άλλο σου ερώτημα (περί αναγνωστικών προτιμήσεων) αγαπώ πολλούς λογοτέχνες (κυρίως παλαιότερους) - αλλά η συζήτηση αυτή θέλει άλλο σκηνικό, αντιλαμβάνεσαι :)
Κατά τις 2:30 μ.μ., The Motorcycle boy
cyrus μάλλον παρεξήγησες. Δεν μιλάω για καμιά πλατωνική ή οποιαδήποτε άλλη ουτοπική υγιή κοινωνία. Καθαρά κοινωνιολογικά υγιής είναι η κοινωνία η οποία λειτουργεί υγιώς σε θεσμικό επίπεδο καθώς και σε επίπεδο ρόλων (ας το πούμε πιο απλά, η κοινωνία στην οποία τα μέσα είναι ακόμα συνδεδεμένα με τους σκοπούς). Η κοινωνία στην οποία δεν υπάρχει ανομία -αλλιώς. Και ανομία, υπενθυμίζω, δεν είναι η μη ύπαρξη ή η μη τήρηση νόμων, αλλά η ύπαρξη νόμων που άλλα υποδηλώνουν και άλλα εξυπηρετούν (στην καλύτερη των περιπτώσεων).
Σε αυτή τη λογική λοιπόν, μια φονταμενταλιστική κοινωνία είναι υγιής -κατανοητό; Γιατί εκεί υπάρχει η δυνατότητα να αντιπαρατεθείς (με όποιο κίνδυνο) στο κατεστημένο. Αλλά στις δυτικού τύπου κοινωνίες, απέναντι σε τι θα αντιπαρατεθείς; Απέναντι στο νόμο της αγοράς; Αδύνατο, γιατί πρόκειται για οικονομική συνθήκη που καθορίζει μεν το κοινωνικό γίγνεσθαι, αλλά, ταυτόχρονα, βρίσκεται εκτός αυτού. Απέναντι στην εκκλησιαστική εξουσία; Δύσκολο γιατί άλλα λέει και αλλού αποσκοπεί. Απέναντι στις εκάστοτε κυβερνήσεις; Ακόμα πιο αδύνατο γιατί δεν λένε τίποτα ουσιαστικό. Μην μπερδεύεις το "υγιής" με οποιαδήποτε αξιολογική κρίση -είναι καθαρά μηχανιστικός όρος εργασίας, σα να λέμε οτι ο κινητήρας του αυτοκινήτου δουλεύει.
Όλοι συμφωνούμε με την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών και μάλιστα συμφωνούμε τόσο πολύ που δεν υπάρχει καν λόγος να το αναφέρουμε. Για το θέμα της κριτικής -τα λέει μια χαρά η Λίτσα.
Το παράδειγμα σου σχετικά με τον Καστανιώτη είναι ατυχές ως προς το εξής: Παραβλέπει το γεγονός πως η έκδοση ενός βιβλίου δεν είναι από μόνη της πανάκεια σχετικά με την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών. Βεβαίως και μπορείς να πας σε άλλο εκδοτικό οίκο, ή να το αυτοχρηματοδοτήσεις ή ακόμα και να το βγάλεις φωτοτυπίες και να το μοιράζεις μόνος σου -αλλά εκεί είναι το θέμα; Το θέμα είναι πως αν δεν περάσεις μέσα από συγκεκριμένα κανάλια προώθησης δεν θα αποκτήσεις ποτέ πρόσβαση στο αναγνωστικό κοινό -με λίγα λόγια, ότι και να κάνεις, αν δεν γουστάρουν οι ελέγχοντες, εγώ δεν πρόκειται να διαβάσω το βιβλίο σου. Άρα, η ελευθερία έκδοσης είναι κατ' ουσίαν πλασματική. Κι αυτό δένει με την άποψή μου για μια κοινωνία μη υγιή. Γιατί ενώ ο Ρουσντί ξέρει πως δεν έχει καμιά πιθανότητα έκδοσης στο Ιράν και ο Κουβανός λάτρης του Μπους καταλαβαίνει πως αποκλείεται να εκδόσει το βιβλίο του ο κρατικός εκδοτικός οίκος (άρα ψάχνουν άλλους τρόπους για να πετύχουν τον σκοπό τους) εσύ θεωρείς πως δεν έχεις τέτοιου είδους προβλήματα, ενώ στην πραγματικότητα έχεις ακόμα μεγαλύτερα (για την έκδοση βιβλίου και την διάδοση ιδεών μιλάμε πάντα έτσι;)
Κατά τις 12:31 μ.μ., ZissisPap
Καλημέρα σας!!!
Όλες οι απόψεις δεκτές αλλά ξεχνάμε να εστιάσουμε στην πραγματικότητα.
Και η πραγματικότητα είναι ότι μακάρι τα παιδιά μας να διαβάζουν, να αναπτύσσουν απόψεις και φυσικά πρέπει να διαφωνούν και με εμάς.
Όταν συζητήσεις αντίστοιχου επιπέδου θα γίνονται ανάμεσα σε όλες τις γενιές τότε μόνο να αισθανόμαστε καλά. Αλλιώς την βάψαμε!
Κατά τις 8:43 μ.μ., Pastaflora
Κατά τις 2:38 π.μ., homelessMontresor
Η ελευθερία μας σταματά εκεί που αρχίζει η ελευθερία του άλλου. Ναι στην λογοκρισία εαν κάποιος λόγος καταπατά την ελευθερία του λόγου και της σκέψης. Οξύμωρο σχήμα, το γνωρίζω.
Επίσης συμφωνώ απόλυτα οτι θα έπρεπε να αναπτυχθεί η κριτική σκέψη, για να μπορούμε οι ίδιοι να επιλέγουμε τι διαβάζουμε. Είναι όμως και λιγάκι θέμα προσωπικότητας. Γιατί να περιμένουμε πάντα οι άλλοι να μας διδάξουν κάτι κ γιατί να ζητάμε από την πολιτεία να μας τα μάθει. Εμείς οι ίδιοι μυαλό δεν έχουμε?
Κατά τις 8:25 μ.μ., Stelios Frang
Λίτσα, εγώ θα έλεγα να συνεχίσεις να γράφεις, γιατί γράφεις ενδιαφέροντα πράγμταα! Μόνο, αν το θεωρείς κι εσύ σκόπιμο, να σπας τα μεγάλα κείμενα σε 2 ή 3 μέρη, γιατί δυσκολεύεται η ανάγνωση σε τόσο μακρόσυρτα αλλά ενδιαφέροντα κείμενα.
Όσον αφορά θέματα ελευθερίας της σκέψης, λογοκρισίας και ανεξαρτησίας της τέχνης, έχουν ειπωθεί κάποια σημαντικά πράγματα στα πλαίσια του κινήματος bright!
Κατά τις 11:08 π.μ., Λίτσα
Καθυστερημένα στην κουβεντα..Πολύ ενδιαφέροντα όλα αυτά - αλλά δεν κρύβουν (κάπου στο βάθος) μια μορφή πατερναλισμού/υποτίμησης των παιδιών (και γενικότερα των αναγνωστών?) Κάποιος , κάπως , κάπου θα πρέπει να διαβάσει τα "απαγορευμένα" βιβλία - αν μη τι άλλο για να αποφασίσει αν πρέπει να απαγορευθούν.. Και ποιός θα είναι αυτός - και πώς ακριβώς ορίζεται η ανωτερότητα του από τον "απλό, αφελή" αναγνώστη (που πρέπει να προστατευτεί?) Σε κάθε περίπτωση, το πρόβλημα με τη λογοκρισία (κάθε μορφή) είναι ότι βασίζεται σε μια βαθιά υποτίμηση του αναγνώστη...
(Γιατί να μην αφησεις τα παιδιά στο Γυμνάσιο να διαβάσουν και να βαρεθουν, να διαφωνήσουν, να κράξουν ένα βιβλίο που δεν γουστάρουν? Πάντως θυμάμαι στο Γυμνάσιο να διαβάζω πολλά βιβλία πυ δεν ήταν "της ηλικίας μου" από Bukowski μέχρι Κουντερα - δεν μου έκανε (ελπίζω :0) μεγάλο κακό!
Μπράβο για το άρθρο σου!
Δίνεις τις απαντήσεις στο ζήτημα της λογοκρισίας, ακόμα και στο όνομα του "πολιτικά ορθού"...
συχνά-πυκνά και ακόμα πρόσφατα, έρχονται χριστιανοί (και καλοπροαίρετοι) που θέτουν το εξής ερώτημα-δίλημμα: "Εσύ μου συκοφαντείς τι γραφές και είσαι ελεύθερος να το κάνεις, εγώ όμως που θεωρώ το Θεό, το Χριστό και τη Παναγία σαν γονείς όμως; Θα ήθελες να σου βρίζουν την οικογένεια;"
ένα πλαστό δίλημμα που δείχνει όμως πόσο χαμηλά θέτουν τον πήχη οι κυρίαρχοι των ΜΜΕ και άλλοι που κάνουν "φυσιολογικά" συγκρίσεις ανόμοιων εννοιών...
Χρίστο - έχεις δίκιο για τον προβληματισμό σου. Νομίζω ότι δεν είσαι ο μόνος που διάβαζες βιβλία "για μεγαλύτερους", ας πούμε. Και, ας σημειώσω πως δεν πιστεύω ότι μπορεί κάποιος να γίνει "κακός" ή "ανήθικος" από τα βιβλία. Στο γυμνάσιο βέβαια δεν μιλάμε πια για παιδιά, αλλά για εφήβους. Εγώ την ξεκινάω την υπόθεση από πιο πίσω, από μικρότερες ηλικίες. Και, σκέφτομαι πώς θα μπορούσε ν' αναπτυχθεί συστηματικά το λεγόμενο "αναγνωστικό κριτήριο", ώστε να μην αφήνεται στην τύχη ή στα χέρια του κάθε τυχάρπαστου δημοσιογράφου, πολιτικού, ιεροκήρυκα (ή ακόμη και εκπαιδευτικού).
Ροΐδη - εδώ ακριβώς είναι το πρόβλημα, στα "πλαστά διλήμματα". Αν κάποιος έχει μάθει να κρίνει και να σκέφτεται (αν γνωρίζει τους κανόνες του ορθώς συλλογίζεσθαι) τότε θα αντιληφθεί ότι το ανωτέρω δίλημμα είναι πλαστό: διότι η κριτική στις γραφές δεν ταυτίζεται με τη συκοφαντία.
Η τελευταία σου φράση ήταν καταλυτική και με κάλυψε πλήρως.
Το όλο θέμα το άκουσα από το ραδιόφωνο, καθώς η του βου έχει καταργηθεί.
Κλασικά βγήκε κάθε πικραμένος να πει την άποψη του.
Αλλά μην επαναλάβουμε την κλασική ρήση, σαν τι δηλαδή είναι η άποψη.
Όλοι διαθέτουμε από μία!