Ανάμεσα στα πολλά που έγιναν και συζητήθηκαν την περασμένη εβδομάδα, ξεχώρισα ένα – δεν είναι μόνον ο Ροΐδης που έχει τις εμμονές του στην ημετέρα blogόσφαιρα (και με συγχωρείτε για τον ελληνοαγγλικό συμφυρμό). Πρόκειται για το ζήτημα που αφορά το νέο βιβλίο της ιστορίας και τις έντονες αντιπαραθέσεις πολεμίων και υποστηρικτών. Το βιβλίο δεν το έχω δει ακόμη· απ’ όσα ακούω, σε μερικά σημεία θα συμφωνούσα με την προσέγγιση των συγγραφέων, σε άλλα όχι. Καθώς όμως πλησιάζει η 25η Μαρτίου και θ’ ακούσουμε πάλι όσα «ηχηρά παρόμοια» ακούμε κάθε χρόνο, είναι ευκαιρία για κάποιες σχετικές αναφορές – τις οποίες δεν βρίσκαμε στα εγχειρίδια της ιστορίας, τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα.
Ας τα πάρουμε με τη σειρά. Έτος 1453, η Πόλις εάλω, επί Μωάμεθ Β΄ του επονομαζόμενου Πορθητή. Πρώτος Πατριάρχης ο Γεώργιος Σχολάριος, που αναγορεύεται με το όνομα Γεννάδιος. Πατριάρχης των υπόδουλων πια χριστιανών, αλλά και βεζίρης, δηλ. υπουργός του σουλτάνου – φυσικώ τω λόγω, διότι υπήγετο στη διοικητική ιεραρχία της Υψηλής Πύλης.
Λοιπόν, ο Πατριάρχης και το ποίμνιό του λαμβάνουν κάποια προνόμια από τον σουλτάνο. Γιατί, όμως, αυτή η «μεγαλοψυχία»; Διότι, βάσει του Κορανίου (και των νοοτροπικών δεδομένων της εποχής), οι μουσουλμάνοι είναι «πολεμιστές του Αλλάχ» και δεν επιτρέπεται να κάνουν χειρωνακτικές εργασίες· και, όταν κατακτούν απίστους, έχουν κάθε δικαίωμα να τους σκοτώνουν, εκτός αν αυτοί δεχτούν να ασπαστούν το Ισλάμ. Αν, όμως, αυτοί οι άπιστοι είναι χριστιανοί ή Εβραίοι, τότε μπορεί να τους χαριστεί η ζωή. Γιατί; ξαναρωτάμε. Διότι, για φαντάσου όλοι οι υπόδουλοι λαοί της Οθωμανικής αυτοκρατορίας να γίνονταν μουσουλμάνοι· ποιος θα απέμενε για τις χειρωνακτικές εργασίες; Καλός ο πόλεμος, και δη ο ιερός, αλλά κάποιος πρέπει να ταΐζει τους πολεμιστές - ή όχι; Θα μου πείτε, όμως, γιατί αυτή η εξαίρεση ειδικά σε χριστιανούς και Εβραίους; Πρώτον, διότι είναι οι «λαοί της Βίβλου» και ως γνωστόν το Κοράνι μιλά με απόλυτο σεβασμό τόσο για τους Εβραίους προφήτες όσο και για τον Ιησού· δεύτερον (και πρακτικότερον) διότι αυτοί οι δύο λαοί μπορούν να στηρίξουν τη διοίκηση και τη λειτουργία της νέας αυτοκρατορίας: οι (βυζαντινοί) χριστιανοί βρίσκονταν αιώνες στο χώρο που πλέον καταλαμβάνουν οι οθωμανοί και έχουν αναπτύξει τις απαιτούμενες (πάσης φύσεως) δομές, οι δε Εβραίοι έχουν επίσης αποδειχτεί έμπειροι και αποτελεσματικοί σε ό,τι αφορά τον οικονομικό τομέα.
Ο Πατριάρχης των Ρωμιών, ως βεζίρης απολαμβάνει επίσης μια σειρά διοικητικών προνομίων, αλλά αναλαμβάνει δύο σημαντικά καθήκοντα: πρώτον, να κρατά το ποίμνιό του χριστιανικό (διότι, είπαμε, καποιος πρέπει να δουλεύει) και δεύτερον, να κρατά το ποίμνιό του υπόδουλο, τουτέστιν να αποθαρρύνει και να καταδικάζει κάθε επαναστατική δραστηριότητα· στην εναντία περίπτωση, ο σουλτάνος είχε κάθε λόγο να του πάρει το κεφάλι, όπως έκανε κάθε φορά που ένας βεζίρης δεν εκπληρούσε τα καθήκοντά του.
Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, η εκπαίδευση των υπόδουλων περνά στα χέρια της εκκλησίας, διότι πώς αλλιώς θα έμενε το ποίμνιο χριστιανικό και υποταγμένο; Φυσικά, μη φανταστείτε ότι η παιδεία ήταν προγραμματισμένη για πολλά πράγματα – ολίγα κολυβογράμματα μαθαίναν τα παιδιά κι αυτά από εκκλησιαστικά βιβλία. Αλλά έστω και μ’ αυτόν τον τρόπο, διατηρείται η γλώσσα και η θρησκευτική ταυτότητα – και, παρά τις έλλογες αντιρρήσεις μου περί τα δογματικά θέματα, δεν μπορώ να αγνοήσω τη γεωπολιτική σημασία του γεγονότος.
Το καλό με την ανθρώπινη ιστορία, βέβαια, είναι ότι δεν είναι δυνατόν να προδιαγράψεις τι θα κάνουν οι μεταγενέστεροι· έτσι, μπορεί ο Γεννάδιος, λ.χ., να ονειρευόταν μια ελληνο-οθωμανική αυτοκρατορία (ως το μόνο ενδεδειγμένο αντίπαλον δέος στους δυτικούς και στον παπισμό), αλλά αρκετοί από τους διαδόχους του τα είδαν αλλιώς τα πράγματα. Έτσι, ο Κύριλλος Λούκαρις (17ος αι.), λ.χ., οργανώνει την εκπαίδευση, προσπαθεί να κάνει την Πόλη κέντρο των ελληνικών γραμμάτων, ιδρύει την περίφημη «Πατριαρχική Τυπογραφία», φέρνοντας στα Βαλκάνια τα πιο σύγχρονα μηχανήματα, και ευνοεί τη μετάφραση των Ευαγγελίων στην ομιλουμένη, προκειμένου να καταλαβαίνουν οι πιστοί τι ακούνε κάθε Κυριακή στη λειτουργία. Και, γιατί όλα αυτά; Διότι, ο Λούκαρις αντιλαμβάνεται πως μόνο μέσα από τη συστηματική ελληνική παιδεία, μπορεί ν’ αποφευχθεί ο κίνδυνος του προσηλυτισμού των Ελλήνων στον προτεσταντισμό. Φυσικά, όλη αυτή η δραστηριότητα δεν γίνεται εν αγνοία των Οθωμανών ή της Πύλης – θα ήταν δυνατόν να στήσει κανείς ολόκληρο τυπογραφείο στην Πόλη και να μην το πάρει χαμπάρι κανείς; Εν τέλει, μετά από τρεις διαδοχικές πατριαρχίες, ο Λούκαρις στραγγαλίζεται από τους Τούρκους (είναι ο πρώτος Πατριάρχης που έχει αυτό το τέλος), όχι όμως επειδή ενεργοποιήθηκε περί τα εκπαιδευτικά, αλλά επειδή τον κατήγγειλαν ως πράκτορα των Δυτικών, που σχεδιάζει να οργανώσει επανάσταση με τη βοήθεια των Ρώσων. Λέγεται ότι τούτο ήταν δάκτυλος της προτεσταντικής προπαγάνδας που έβλεπε το προσηλυτιστικό της έργο να παρεμποδίζεται από τον Πατριάρχη· δεν αποκλείεται διόλου όμως να συνήργησαν και άτομα μέσα από το ίδιο το Πατριαρχείο που, ασφαλώς, δεν έβλεπαν με καλό μάτι την ύπαρξη ενός «διαφωτιστή» στο Φανάρι.
Ερώτημα: αφού λοιπόν η εκπαίδευση ήταν στα χέρια της εκκλησίας και αφού ο Λούκαρις έδρασε τόσο ανοιχτά υπέρ της οργάνωσης της παιδείας, πώς γίνεται να υπήρχαν τα κρυφά σχολειά; Ε, δεν γίνεται. Δεν γίνεται με την έννοια ότι η εκπαίδευση των υπόδουλων δεν τελούσε υπό καθολική απαγόρευση. Φυσικά, δεν αποκλείεται διόλου σε τοπικό επίπεδο να υπήρξε τέτοια απαγόρευση, εξαιτίας της ιδιοτροπίας και της προσωπικής πολιτικής κάποιου πασά· αλλά, ξαναλέω, τούτο θα ήταν σε τοπικό επίπεδο και πάντως δεν θα μπορούσε να διαρκέσει επί μακρόν (αντιστοίχως, παρ’ όλο που δεν εφαρμόστηκε στον ελλαδικό χώρο πολιτική μαζικών εξισλαμισμών, έχουμε αρκετές περιπτώσεις εξισλαμισμών του πληθυσμού σε τοπικό επίπεδο). Κι επειδή άκουσα να λέγεται ότι βεβαίως τα παιδιά των κλεφτών πήγαιναν κρυφά στα μοναστήρια για να μάθουν γράμματα συνεπώς τούτο δεικνύει ότι το κρυφό σχολείο υπήρξε, ας σημειώσω ότι ναι, τα παιδιά των κλεφτών αναγκάζονταν να κρύβονται, αλλά επειδή ήταν παιδιά των κλεφτών όχι επειδή η εκπαίδευση απαγορευόταν.
Ας πάμε τώρα στο θρύλο (ή το μύθο, αν προτιμάτε) του κρυφού σχολειού. Τι λέει η παράδοση; Ότι ιδρυτής των κρυφών σχολειών ήταν ο Κοσμάς ο Αιτωλός. Πότε έζησε ο Αιτωλός; Τον 18ο αι. Μα, αν τα κρυφά σχολειά ιδρύθηκαν τον 18ο αι., πώς διετηρείτο μέχρι τότε η γλώσσα και η θρησκευτική συνείδηση; Και πώς γίνεται ένας «θεσμός» που διαρκεί μόλις 60 χρόνια να χαρακτηρίζει 400; Από την άλλη, ο Κοσμάς φοίτησε στην Αθωνιάδα Σχολή. Μα, αν ήταν απαγορευμένη η παιδεία πώς υπήρχε αυτή η σχολή; Πώς υπήρχαν τα σχολεία στα Αμπελάκια; Πώς υπήρχε η περίφημη Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης, όπου δίδαξαν οι κορυφαίοι Έλληνες Διαφωτιστές και φοίτησαν οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι της πρώτης γενιάς του ελληνικού ρομαντισμού;
Ας πάμε παρακάτω, στην εξίσου χιλιοειπωμένη ιστορία του Γρηγορίου του Ε΄, που ονομάστηκε εθνομάρτυρας και το άγαλμά του δεσπόζει έξω από το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η επίσημη εκδοχή είναι ότι ο Πατριάρχης αφόρισε μεν την επανάσταση για να μην εκθέσει το λαό στην εκδικητική μανία των Τούρκων, την υποστήριξε όμως μυστικά· η δε εκτέλεσή του θεωρείται ότι έγινε στο πλαίσιο των τουρκικών αντιποίνων. Λοιπόν, να ξεκαθαρίσουμε ότι αφ’ ης στιγμής ξέσπασε η επανάσταση, ο Πατριάρχης ήταν υπόλογος στο σουλτάνο, διότι δεν έκανε καλά τη δουλειά του. Δεν πρόκειται ούτε περί θυσίας ούτε περί ηρωισμού – ήταν απλώς η επιβεβλημένη (εκ των πραγμάτων) τιμωρία.
Σε ό,τι αφορά το κίνητρο του αφορισμού της επανάστασης, ας μου επιτραπεί να έχω τις αμφιβολίες μου. Διότι είναι γνωστό πια (και είναι γνωστό εδώ και χρόνια) ότι ο Γρηγόριος ήταν αντι-διαφωτιστής και εξ αρχής εναντίον της επανάστασης. Και, είναι γνωστό ότι στα 1798 (τη χρονιά που συλλαμβάνεται ο Ρήγας) τυπώνεται το βιβλίο Πατρική Διδασκαλία όπου καταδικάζεται διαρρήδην κάθε επαναστατική προσπάθεια (με τα συνήθη επιχειρήματα ότι εφόσον η υποδούλωση ήταν θείο θέλημα, η επανάσταση θα συνιστούσε ανυπακοή, ασέβεια, αμαρτία κλπ.). Το βιβλίο αποδίδεται στον ετοιμοθάνατο τότε Πατριάρχη Ιεροσολύμων· επειδή όμως ο Πατριάρχης δεν πήγε τελικά στον άλλο κόσμο, αποκαλύφθηκε ότι συγγραφέας του ήταν ο Γρηγόριος Ε΄ (και να σημειώσω παρενθετικά, ότι επί Πατριαρχίας του κυκλοφόρησε εγκύκλιος που απαγόρευε στους χριστιανούς να βαφτίζουν τα παιδιά τους με αρχαία ελληνικά ονόματα). Λίγο μετά την έκδοση της Πατρικής Διδασκαλίας, ο Αδαμάντιος Κοραής απαντά με την Αδελφική Διδασκαλία, ένα βίαιο φυλλάδιο προς υπεράσπισιν των φιλελεύθερων ιδεών.
Η στάση της εκκλησίας στην επανάσταση δεν ήταν ενιαία: υπήρχαν διαφωτιστές κληρικοί (προχείρως, ο Γαζής, ο Φαρμακίδης, και για κάποιο διάστημα ο Κων. Οικονόμος), οπαδοί του Κοραή, που υποστήριξαν ενθέρμως την εθνική υπόθεση, και υπήρξαν και κληρικοί που επέμεναν στη διατήρηση του status quo. Ουσιαστικά, η επανάσταση μπορεί να ιδωθεί και ως παράγοντας μιας ενδοεκκλησιαστικής διαμάχης, διότι η δημιουργία ενός εθνικού ελληνικού κράτους θα οδηγούσε κατ’ ανάγκην και στη δημιουργία μιας εθνικής ελληνικής εκκλησίας – εφόσον δεν θα ήταν δυνατό το νέο κράτος να διοικείται εκκλησιαστικά από τον Πατριάρχη, δηλ. από έναν διοικητικό υπάλληλο ξένου κράτους. Αλλά, όπως είναι γνωστό, το Πατριαρχείο δεν ευνοούσε την ίδρυση εθνικών εκκλησιών, που θα αποδυνάμωναν την οικουμενικότητά του· άλλωστε, ο χριστιανισμός δεν ήταν εγγενώς εθνική θρησκεία, αλλά υπερεθνική (ή αν προτιμάτε οικουμενική)· το ότι ταυτίστηκε με εθνικές επιδιώξεις είναι υπόθεση πολιτικής και συγκυρίας. Βέβαια, οι αντιρρήσεις του Πατριαρχείου ουδόλως ελήφθησαν υπόψιν ή πάντως δεν τελεσφόρησαν· έγινε η επανάσταση, έγινε το κράτος, έγινε και η εθνική ελληνική (ελλαδική λέγεται σήμερα) εκκλησία – η οποία όμως αναγνωρίστηκε από το Πατριαρχείο μόλις το 1850 – που σημαίνει ότι για 20 χρόνια, η ελλαδική εκκλησία ουσιαστικά εθεωρείτο αφορισμένη.
Η επανάσταση, τώρα. Πού, πώς, πότε και από ποιον. Στη Μολδοβλαχία, από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη – αυτό το μαθαίναμε στο Λύκειο, χρόνια πριν. Δεν κηρύχτηκε λοιπόν στην Αγία Λαύρα; Κηρύχτηκε κι εκεί, όπως και σε πολλά άλλα μέρη της Ελλάδας, σε διαφορετικές ημερομηνίες. Δεν κηρύχτηκε όμως στις 25 Μαρτίου, αλλά ενωρίτερα, πιθανώς στις 17 Μαρτίου. Η καθιέρωση της 25ης Μαρτίου έγινε αργότερα, στο νέο κράτος, για προφανείς συμβολικούς λόγους· μάλιστα, στον πρώτο εορτασμό της διπλής επετείου, στις 25 Μαρτίου του 1838, η φράση που κυριάρχησε ως σύνθημα ήταν Στην Πόλη!
Γιατί όμως επελέγη η (έστω και κατά μερικές ημέρες μετατεθειμένη) ημερομηνία της επανάστασης στην Πελοπόννησο και όχι ας πούμε εκείνη στη Μολδοβλαχία ή οπουδήποτε αλλού; Κατ’ αρχάς, η επανάσταση στη Μολδοβλαχία είχε άδοξο τέλος, ενώ στην Πελοπόννησο ακολουθήθηκε από σειρά επιτυχών επιχειρήσεων. Επιπλέον, τα πρώτα σύνορα του ελληνικού κράτους άφηναν απέξω όχι μόνο τη Μολδοβλαχία, αλλά μεγάλο μέρος της σημερινής επικράτειας – ώστε, στην προσπάθεια συγκρότησης ιδεολογικού ιστού, δεν θα είχε νόημα να συνδεθεί η επανάσταση με έναν χώρο ακόμη υπόδουλο. Τέλος, η προοπτική των πρώτων ιστοριογράφων της επανάστασης αλλά και του ελληνικού κράτους ήταν προφανώς εστιασμένη στην Πελοπόννησο – ως εκ τούτου, έχουν υποβαθμιστεί, λ.χ., οι επαναστάσεις των Σουλιωτών, ο ρόλος του Ιωάννη Κωλέττη κλπ., προκειμένου να αναδειχτεί ο Μωριάς ως το «κέντρο» του Αγώνα.
Αυτά τα ολίγα περί των γεγονότων. Δε βλέπω το λόγο γιατί θα συνιστούσε ατόπημα να τα διδάσκονται οι μαθητές, σε ό,τι αφορά την απόκτηση εθνικής ή/και ιστορικής συνείδησης. Φυσικά, μέσω αυτών αποδομούνται και απομυθοποιούνται πρόσωπα και ιδεολογήματα: αναπόφευκτο· οι εποχές αλλάζουν, οι ανάγκες διαφοροποιούνται, οι συγκυρίες μετατρέπονται. Κανονικά, η ιστορία πρέπει να ξαναγράφεται εξ αρχής κάθε 50 χρόνια προκειμένου να ενσωματώνει όχι μόνο την παραγωγή καινούριας γνώσης, αλλά, ακριβώς, και τη σύγχρονη συγκυρία. Επειδή, πέρα από τομέας του επιστητού, που υπόκειται σε συγκεκριμένους κανόνες και μεθόδους, η ιστορία είναι και πολιτική επιλογή ή μάλλον πολιτικό μέσο – έτσι ήταν πάντα, από την εποχή που ο Θουκυδίδης συνέγραψε τη δική του ιστορία· κι αν ακόμη νομίζετε ότι απλώς κατέγραψε τα γεγονότα του Πελοποννησιακού πολέμου, δοκιμάστε να τη διαβάσετε και ως «θεωρία της ισχύος» – είναι βέβαιο ότι θα καταλήξετε σε εντυπωσιακά συμπεράσματα.
Κατά τις 7:04 μ.μ., Stelios Frang
Κατά τις 10:46 μ.μ., Λίτσα
Κατά τις 11:14 μ.μ., Χρίστος
Πολύ σωστή και ενδιαφέρουσα η περιγραφή (σχόλιο από κάποιον που δεν είναι καθόλλυ ειδικός)... Αλλά νομιζω ότι δεν είναι καθόλου δύσκολο να αποδομηθούν πολλοί εθνικιστικοί μύθοι που δημιουργήθηκαν για την τόνωση του "εθνικού φρονήματος"... Το δύσκολο είναι να συνεχίζουμε να κλείνουμε τα μάτια μας σε αυτά που "ο κόσμος τα΄χει τούμπανο κι εμείς κρυφό καμάρι"...
Και αν είναι τελικα να πρέπει πάντα διαλέξουμε σκοπιμότητες, ναι σαφώς η σκοπιμότητα του να μάθουν τα παιδιά να ΜΗΝ μισούν τους γείτονες λαούς είναι πιο σημαντική από την σκοπιμότητα να νιώθουμε μια φορά ακόμα ανώτεροι ...
Κατά τις 11:58 μ.μ., numb
Καλά τα λες Λίτσα. Και η τελευταία παράγραφος είναι όλα τα λεφτά
Αναπόφευκτα είναι ένα θέμα που θα επανέρχεται συνεχώς και θα μας απασχολεί. Γιατί αυτό το θέμα οδηγεί και σε πολλά ακόμα: τι είναι ιστορία, ποια είναι η θεωρία και η μεθοδολογία της, πώς μπορεί ο ιστορικός να υπερασπιστεί το έργο του, πώς μπορεί να υπερασπιστεί το έργο του έναντι των αδηφάγων ΜΜΕ και των εθνικοφρόνων παπάδων.
Ήμουν στο 2ο έτος στο πανεπιστήμιο, όταν ένας καθηγητής είπε ότι το κρυφό σχολείο είναι ένας εθνικός μύθος και είχα εντυπωσιαστεί, όχι τόσο από την αμάθειά μου, αλλά από το γεγονός ότι αυτός καλλιεργούνταν όλα αυτά τα χρόνια. Και πόσοι μύθοι υπάρχουν ακόμα...
Ένα βιβλίο που πραγματεύεται αυτά τα θέματα είναι το "Μυθολογικό κενό" του Αλέξη Πολίτη, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις. Επίσης για αυτό το θέμα έχουν γράψει γ*μάτα ποστ και ο φίλτατος Ροϊδης και ο Πάνος Ζέβας στην Καλύβα στο βουνό. Και το δικό σου γ*μάτο είναι.
Χάρηκα που καταπιάστηκες με αυτό το θέμα. Αλλά όπως είπα είναι ένα επιμέρους θέμα από ένα άλλο, πιο ευρύ
Καλή βδομάδα να χεις με αϋπνίες, γιατί η μπλογκόσφαιρα σε χρειάζεται.
Λίτσα, ο λόγος για τον οποίο ο εθνικισμός δεν θα πεθάνει ποτέ είναι ότι οι άνθρωποι έλκονται από τους μύθους, και γενικότερα απ' ό,τι τους χαϊδεύει τ' αυτιά.
Προτιμώ χίλιες φορές ένα βιβλίο ιστορίας "χλιαρό" και με ατυχείς, κατά τόπους, εκφράσεις, παρά ένα βιβλίο που θα με γεμίζει (και με γέμισε) εθνικούς μύθους και ιστορικά ψεύδη, τα οποία αντιλήφθηκα μόνο στο Πανεπιστήμιο — κι αυτό κατά τύχη, γιατί η Ιστορία ήταν μάθημα επιλογής...
Μακάρι να μπορούσαμε να απεγκλωβίσουμε την ιστορία από την ιδεολογία.
Δεν νομίζω πως γίνεται...
Κατά τις 10:33 π.μ., ZissisPap
Κατά τις 10:50 π.μ., Λίτσα
@ all: το μείζων ζήτημα είναι, ακριβώς, η ιδεολογική χρήση της ιστορίας, ελπίζω να επανέλθω αν βρω χρόνο. Στο παρόν, απλώς έγραψα μερικά για τα γεγονότα που αλλιώς μαθαίναμε στο σχολείο - βαρέθηκα ν' ακούω την τελευταία εβδομάδα τον καθένα να λέει το κοντό του και το μακρύ του.
Εκείνο που νομίζω δεν είναι αντιληπτό ευρύτερα είναι ότι η ιστορία πάντα θα συνδέεται με εξω-επιστημονικές σκοπιμότητες και πάντα θα ιδεολογικοποιείται.
Χρίστο - κι όμως είναι δύσκολο να αποδομηθούν αυτοί οι μύθοι- αφενό διότι υπάρχουν ισχυρές αντιστάσεις και αφετέρου επειδή οι άνθρωποι χρειάζονται τους μύθους
numb - έτσι κι αλλιώς αυτή η βδμάδα για βοδμάδα αϋπνίας πάει, χαχα
cyrus - συμφωνώ, κι εγώ στο Πανεπιστήμιο τα έμαθα και παρόλο που η Ιστορία δεν ηταν για μένα μάθημα επιλογής, πάλι τυχαίο ήταν
sigmund - ευτυχώς υπάρχουν. Αλλά δεν είναι θλιβερό και η αλήθεια να επαφίεται στον "πατριωτισμό" των εκπαιδευτικών?
Καλημέρα ες άπαντες
Κατά τις 3:30 μ.μ., The Motorcycle boy
Α, εγώ διαφωνώ κάθετα μαζί σου και μόνο λόγω του οτι προσπαθείς να υποβαθμίσεις τον ρόλο του Μωριά στην απελευθέρωση της χώρας! Δεν είναι σωστά πράγματα αυτά! Δεν φτάνει δηλαδή που σας απελευθερώσαμε και σας δίνουμε τα φώτα μας τόσα χρόνια, στελεχώνοντας τον δημόσιο τομέα, απαρτίζοντας τις κυβερνήσεις και εξάγωντας το καλύτερο χόρτο πανευρωπαϊκώς -θέλετε τώρα να μας πείτε πως η επανάσταση δεν άρχισε από την Αγία τέτοια πως τη λένε; Ντροπή αγαπητή μου και σας νόμιζα για μορφωμένο άτομο!
Πολύ καλή η περιγραφή σου Λίτσα, νηφάλια και λογική. Αν τώρα σε αφορίσει κανένας Χριστόδουλος ή κανένας παλαιοαριστερός και νεο-ορθόδοξος που αναζητά ιδεολογία και αντίπαλον δέος, μην το πάρεις βαριά... Αργα ή γρήγορα, στα ίδια θα καταλήξουν κι αυτοί, δημόσια! ;-)