Τι σχέση άραγε υπάρχει ανάμεσα στο σκηνικό μιας ιστορίας του Jorge Luis Borges και στον αμερικανό πολιτικό, ρήτορα και δικηγόρο Daniel Webster (1782-1852· απλή συνωνυμία με τον άλλον Webster, τον John, συγγραφέα των θεατρικών Ο λευκός διάβολος και Η δούκισσα του Μάλφι); Εκ πρώτης όψεως καμία, βεβαίως. Εν τούτοις, θα μπορούσαν να αναφερθούν ομού στο πλαίσιο μιας συζήτησης περί αναλογίας: στον μπορχεσιανό πλανήτη Τλον, αρκούσε ακόμη και η απλή διαπίστωση της πλέον απόμακρης αναλογίας για να δημιουργηθούν πράγματα· από την άλλη, ο Daniel Webster έμεινε στην ιστορία ως ο ομιλητής που δεν χρησιμοποίησε ποτέ αναλογίες. Αν το δούμε από διαφορετική σκοπιά, η ατμόσφαιρα του πλανήτη Τλον είναι πλησιέστερη στη δική μας πραγματικότητα, αφού η χρήση της αναλογίας είναι το συνηθέστερο ίσως χαρακτηριστικό του ανθρώπινου λόγου και της ανθρώπινης σκέψης – εξ ου και ο W. H. Auden όρισε κάποτε τον άνθρωπο ως «ένα ζώο που κατασκευάζει αναλογίες»· είναι δε αξιοπρόσεκτο ότι όσο συνήθης είναι η χρήση της αναλογίας, άλλο τόσο κοινό είναι το να λαμβάνει κανείς (εσκεμμένως ή όχι) μια αναλογία ως ταυτότητα (αν συμβαίνει αυτό, τότε έχουμε λογική πλάνη). Στο πλαίσιο αυτής της ίδιας σκοπιάς, ο κ. Webster μοιάζει μάλλον εξωγήινος ή πάντως δεν εμπίπτει στον ορισμό του Auden για τον άνθρωπο.
Τι είναι, όμως, αναλογία; H αναλογία είναι η διαπίστωση ομοιοτήτων ανάμεσα σε δύο ή περισσότερα πράγματα ή τάξεις πραγμάτων. Οι όροι «παρομοίωση», «μεταφορά», «προηγούμενο», «μοντέλο», «καρικατούρα», «σενάριο» (στο πλαίσιο της ερμηνευτικής, όχι της κινηματογραφικής ορολογίας), πέρα από την ειδικότερη λειτουργία που μπορεί να υποσημαίνουν, είναι στην ουσία αναλογίες αφού επισημαίνουν ομοιότητες με έναν τρόπο άμεσο ή έμμεσο, εμβριθή ή σατιρικό. Ομοίως, η παραβολή και ο μύθος είναι κείμενα που βασίζονται ακριβώς στην αναλογία, η δε ερμηνεία τους (και η συναγωγή του όποιου ηθικού τους διδάγματος) στηρίζεται στην ανακάλυψη των σχέσεων/ομοιοτήτων που έχει η παραβολική ή μυθική ιστορία με ένα τμήμα της πραγματικής ζωής.
Οι ομοιότητες αυτές μπορεί να αναφέρονται σε χαρακτηριστικές ιδιότητες που έχουν τα συγκρινόμενα μέλη· πρόχειρο παράδειγμα, η παρομοιαστική έκφραση που χρησιμοποίησε ο Όμηρος για τον Αχιλλέα: «ως λέων επόρουσεν», λέει ο ποιητής, συγκρίνοντας την ορμητικότητα, την ηγεμονικότητα και την ανδρεία του ήρωα με τα αντίστοιχα χαρακτηριστικά του λιονταριού. Οι επισημαινόμενες ομοιότητες, όμως, μπορεί να αναφέρονται στις σχέσεις που υπάρχουν ανάμεσα σε ζεύγη αντικειμένων: «Ό,τι είναι η δύση για την ημέρα, είναι το γήρας για τον βίο», θα πει ο Αριστοτέλης. Εδώ, ο συσχετισμός των όρων γήρας - δύση / βίος - ημέρα δεν γίνεται με βάση μια μοναδική ιδιότητα, αλλά με βάση το είδος της σχέσης που κρατεί ανάμεσά τους.
Kάθε αναλογία αποτελείται από δύο μέρη, το πρωτεύον θέμα ή αναλογικό υποκείμενο (στο παράδειγμα από τον Όμηρο είναι ο Αχιλλέας) και το ανάλογον ή αναλογικό αντικείμενο (ο λέων). Και ποια είναι η σχέση αναλογικού υποκειμένου και αναλογικού αντικειμένου; Μια και ο λόγος περί αναλογίας, ας χρησιμοποιήσω κι εγώ μία: όπως ακριβώς δεν μπορούμε να ονομάσουμε ένα πρόσωπο “αδελφό”, χωρίς να υπάρχει ένα άλλο πρόσωπο του οποίου το πρώτο να είναι αδελφός, έτσι δεν μπορούμε να έχουμε αναλογικό αντικείμενο χωρίς να υπάρχει ο πρωτεύων όρος της σχέσης, δηλαδή το αναλογικό υποκείμενο. Γνωρίζουμε, όμως, ότι ένα πρόσωπο μπορεί να έχει πολλά αδέλφια· με τον ίδιον τρόπο, ένα αναλογικό υποκείμενο μπορεί να έχει άπειρα αναλογικά αντικείμενα.
H αναλογία μπορεί να είναι εξαιρετικά χρήσιμη όταν θέλουμε να εξηγήσουμε ή να περιγράψουμε κάτι ή όταν επιθυμούμε να καταστήσουμε ζωντανό και εντυπωσιακό το λόγο μας. Αυτή η λειτουργία, η επεξηγηματική, είναι η πιο συνηθισμένη στα φιλοσοφικά κείμενα – κατεξοχήν παράδειγμα, οι πλατωνικοί διάλογοι. Συχνά, οι φιλόσοφοι καταφεύγουν σε κάτι γνωστό και οικείο, για να καταστήσουν σαφές αυτό για το οποίο μιλούν. Έτσι, ο Joannes Scotus Erigena (περ. 810-880 μ.Χ.) χρησιμοποίησε ως αναλογικό αντικείμενο τη σχέση ανάμεσα στα μάτια και στο φως για να εξηγήσει τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στη θεία χάρη και την ανθρώπινη ελευθερία.
Η αναλογία δεν μπορεί να έχει αποδεικτική ισχύ – κι αυτό είναι ένα στοιχείο που συνήθως ξεχνάμε, όταν ακούμε λ.χ. τους πολιτικούς να αντιπαρατίθενται δημοσίως ή να εκφωνούν προεκλογικές ομιλίες. Παλιά ιστορία: μιλώντας για την αναγκαιότητα της επανεκλογής του, ο Αβραάμ Λίνκολν είπε πως κανείς δεν θα έπρεπε να αλλάζει άλογα όταν βρίσκεται στη μέση ενός ποταμού. Από την άποψη της λογικής, η αναλογία αυτή δεν είναι βέβαια αποδεικτικός λόγος, αλλά μια πολύ ζωντανή εικόνα, που είχε στόχο, στην καλύτερη περίπτωση, να καταστήσει σαφή την αναγκαιότητα της επανεκλογής του, και, στη χειρότερη, να επηρεάσει τους ψηφοφόρους του.
Το γεγονός ότι η αναλογία δεν έχει αποδεικτική ισχύ, δεν σημαίνει πως δεν έχει τη δύναμη να επηρεάζει – το αντίθετο. Όταν ο Mιχαηλάγγελος είδε την κορνίζα που είχε αρχίσει να κατασκευάζεται στον τρούλο του καθεδρικού ναού της Φλωρεντίας είπε: «Mοιάζει με κλουβί για ακρίδες»· η κορνίζα του τρούλου, δεν τελείωσε ποτέ. Εν τοιαύτη περιπτώσει η απώλεια δεν θα πρέπει να ήταν σημαντική· ίσως η κορνίζα να ήταν πράγματι κακόγουστη. Άλλοτε, όμως η χρήση μιας αναλογίας μπορεί να είναι πολύ περισσότερο επικίνδυνη. H φράση «μοιάζει με το ζαχαρένιο ανθρωπάκι πάνω στη γαμήλια τούρτα», που ειπώθηκε για τον Thomas E. Dewey, υποψήφιο των Ρεπουμπλικάνων για το προεδρικό αξίωμα το 1944 και το 1948, πιθανόν να του κόστισε την εκλογή του. Και οι δύο αυτές αναλογίες είναι κατά κάποιον τρόπο παραπλανητικές, αφού στην πραγματικότητα κάνουν κάτι περισσότερο από το να επεξηγούν. Για να ξαναθυμηθούμε τον Auden, ο μεγαλύτερος κίνδυνος προκύπτει από το γεγονός ότι οι άνθρωποι τείνουν να εκλαμβάνουν τις αναλογίες ως ταυτότητες. Ο κακός πολιτικός σίγουρα δεν είναι το ζαχαρένιο ανθρωπάκι της γαμήλιας τούρτας, όπως και η κορνίζα του τρούλου δεν ήταν κλουβί για ακρίδες. Από τη στιγμή, όμως, που κάποιος κάνει τους παραπάνω συσχετισμούς, λες και τα πράγματα χάνουν την αληθινή τους υπόσταση και προσλαμβάνουν μονίμως ως ουσιώδη την αναλογική ομοιότητα – όπως ακριβώς συμβαίνει στον πλανήτη Τλον.
Είναι προφανές ότι η δύναμη μιας αναλογίας μπορεί να μας παρασύρει να αποδεχτούμε κάτι που ενδεχομένως θα απορρίπταμε, αν μας το έλεγαν με τρόπο απλούστερο ή λιγότερο εντυπωσιακό. Στην πραγματικότητα, δεν είναι δύσκολο να διακρίνουμε την επεξηγηματική από την παραπλανητική χρήση της αναλογίας. Υπάρχουν ορισμένα σημεία που μπορούμε να εξετάζουμε πριν αποδεχτούμε μιαν αναλογία και πριν αποφασίσουμε τι σκοπούς εξυπηρετεί.
Πρώτα-πρώτα, το αναλογικό αντικείμενο θα πρέπει να είναι πιο οικείο σε μας απ’ ό,τι το αναλογικό υποκείμενο. Αν ένας χημικός θελήσει να εξηγήσει πώς ο άνθρακας σχηματίζει δεσμούς με άλλα στοιχεία, ασφαλώς δεν θα το καταφέρει χρησιμοποιώντας ως αναλογικό αντικείμενο τον τρόπο με τον οποίο το λίθιο συνδυάζεται με το υδρογόνο –εκτός κι αν απευθύνεται σε χημικούς.
Ύστερα, το αναλογικό αντικείμενο θα πρέπει να έχει την ίδια βαρύτητα με το αναλογικό υποκείμενο. Θυμάμαι τώρα ότι, όταν ο Άντσο, ο νεαρός μοναχός-αφηγητής στο Όνομα του Pόδου, περιγράφει τον Σαλβατόρε με τα λόγια «το πρόσωπό του ήταν συναρμολογημένο από κομμάτια άλλων προσώπων σαν τις πολύτιμες λειψανοθήκες που είδα κάποτε να είναι φτιαγμένες από υπολείμματα άλλων σκευών», αισθάνεται την ανάγκη να απολογηθεί για την αταίριαστη σύγκρισή του και σημειώνει: «αν επιτρέπεται να συγκρίνουμε τα μικρά με τα μεγάλα και τα θεία με τα διαβολικά». Αν το αναλογικό αντικείμενο δεν αρμόζει από κάποια άποψη στο αναλογικό υποκείμενο, τότε το αποτέλεσμα είναι κωμικό, συγκινησιακό, γελοίο –πάντως, όχι αποσαφηνιστικό. Όταν ακυρώθηκε η εκλογή του Amadeus, δούκα της Σαβοΐας, στο παπικό αξίωμα, ο Kαλβίνος είπε ότι ο Amadeus ικανοποιήθηκε με το καπέλο του καρδινάλιου, όπως ένας σκύλος που γαβγίζει ικανοποιείται με μια μπουκίτσα. Συγκρίνοντας τον απογοητευμένο δούκα με έναν σκύλο που γαβγίζει, ο Kαλβίνος υποτιμά και τον πρώην πάπα και την ανταμοιβή που του δόθηκε. H χρήση της αναλογίας εδώ δεν εξυπηρετεί επεξηγηματικούς σκοπούς, αλλά προσλαμβάνει τον χαρακτήρα έμμεσης κρίσης που εκφέρεται μέσω της γελοιοποίησης.
Τέλος, το ίδιο το αναλογικό αντικείμενο δεν θα πρέπει να είναι παραπλανητικό. H αλήθεια είναι πως κάθε αναλογία είναι δυνάμει παραπλανητική, γιατί πάντα υπάρχουν ορισμένες διαφορές ανάμεσα στο αναλογικό υποκείμενο και στο αναλογικό αντικείμενο. Δεν μπορούμε, λοιπόν, να αποκλείσουμε την πιθανότητα, κάποιος να αποδώσει στο αναλογικό υποκείμενο χαρακτηριστικά που απαντούν μόνον στο αναλογικό αντικείμενο. Έτσι, η αναλογία μπορεί να επηρεάσει στάσεις και αντιλήψεις, όχι με επιχειρήματα ή γεγονότα, αλλά με τη δημιουργία εντυπώσεων. Αν το αναλογικό αντικείμενο είναι κάτι με το οποίο διαφωνούμε ή αηδιάζουμε, τότε τείνουμε να αντιμετωπίζουμε το αναλογικό υποκείμενο με τον ίδιον τρόπο. Προσωπικώς, θεωρώ άκρως ανεπιτυχή την εξ αναλογίας προκύπτουσα φράση «φιδίσιο κορμί» που λέμε για τις ευλύγιστες χορεύτριες, επειδή δεν αποδίδω στο αναλογικό υποκείμενο –στη χορεύτρια– μόνο ένα χαρακτηριστικό του αναλογικού αντικειμένου –την ευλυγισία του φιδιού– αλλά και την αηδία ή τη φρίκη που μου προκαλούν τα ερπετά (την οποία είχα την ευκαιρία να αισθανθώ πρόσφατα, όταν είδα ένα φίδι στον κήπο μου). Tο γεγονός, όμως, ότι όλες οι αναλογίες είναι δυνάμει παραπλανητικές, δεν σημαίνει πως κάθε αναλογία πράγματι μας παραπλανά. Η επιλογή αναλογικών αντικειμένων χρειάζεται προσοχή. Θα ήταν αφελές να πιστεύει κάποιος ότι θα μπορούσε να μας πείσει να αγαπάμε τα ζώα, λέγοντας πως φιλόζωοι υπήρξαν ο Xίτλερ, ο Pούντολφ Ες και η Mπριζίτ Mπαρντό –γιατί περισσότερο από τη φιλοζωία, θα σταματούσαμε (και δικαιολογημένα) στις αποκρουστικές ιδιότητες των δύο πρώτων ονομάτων.
Μοιάζει με παιχνίδι – νομίζω – και κατά την άποψή μου αρκούντως διασκεδαστικό. Πάντως, μ’ αυτόν τον τρόπο μπορούμε να αντιληφθούμε ποια είναι η συλλογιστική ικανότητα του ομιλούντος και ενδεχομένως ποιες είναι προθέσεις του. Βεβαίως, γνωρίζοντας τους κανόνες, μπορούμε επίσης να παραπλανήσουμε δια της αναλογίας – το ίδιο συμβαίνει και με τη Λογική: αν γνωρίζουμε τους κανόνες, μπορούμε να μην πέφτουμε θύματα εξαπάτησης/παραπλάνησης αλλά μπορούμε επίσης να παραπλανήσουμε τους άλλους. Και αυτό είναι εν τέλει υπόθεση επιλογής.
(Αλλά δεν τελειώσαμε – υπάρχει και το αναλογικό επιχείρημα· αυτά σε επόμενο post).
Κατά τις 10:40 π.μ., mmg
Κατά τις 10:48 π.μ., Godot
Λίτσα, δεν νομίζω να έχεις πολλά σχόλια εδώ γιατί το θέμα είναι «μπερδευτικό»(χε χε) που λέει και ο μικρός μου γιος...
Το θέμα είναι σημειολογικά πολύπλοκο και κυρίως περίπλοκο. Οι έννοιες της «αναλογίας» διακλαδώνονται (σαν εικαστικός μιλώ, όχι θεωρητικός...) ακτινωτά σε κάθε μορφή δημιουργικής έκφρασης (τέχνη) και επίσης ακτινωτά συνδέονται όλα τα είδη τέχνης που αποτελούν το «Όλον» της Τέχνης, δηλαδή η Τέχνη είναι Μία. Εκεί που περιπλέκονται τα πράγματα περισσότερο (για τους σχετικά αμύητους) στη δημιουργία είναι όταν αυτή η δημιουργία (το έργο) βρίσκεται στη διαδικασία «κατασκευής» του το κάθε «μέρος» πρέπει να έχει την χρυσή του τομή και να είναι απόλυτα, ή σχετικά αυτόνομα ισορροπημένο, και ταυτόχρονα επίσης (αμάν) σαν Όλον. Από εδώ και πέρα αρχίζουν αλλά ακόμα δυσκολότερα, που αδυνατώ λόγο χρόνου να εκφράσω σε λέξεις...
Μπράβο στο κουράγιο σου πάντως.
mmg - that was the idea.
Godot - εντελώς, όμως, άθλιε.
Ροΐδη - too complicated, for my simpel mind ;) Σωστές οι παρατηρήσεις, αλλά η σκοπιά δεν είναι γενική - είναι αυτή της μη-τυπικής λογικής (της καθημερινής γλώσσας για παράδειγμα). Στο πεδίο της τέχνης, άλλα ισχύουν.
Ευχαριστώ σας όλους.
(Ναι, φυσικά, τι σχόλια να κάνει κανείς εδώ; Το πολύ-πολύ κανένα του τύπου "denmasxezeisredalaraprwi-prwi"?)
Κατά τις 11:23 μ.μ., akindynos
pantws i analogia "ftysto o pateras tou" exei apodeiktiki isxy,otan amfisviteitai i pisti tis syzygou :))))
den exw sxolio ousias,alla to paixnidaki afto einai ontws intriguing
KALIMEEERAAAASASASASASASASSSSSSSSSSSS