Αρκετοί ίσως αναγνωρίσατε το στίχο. Είναι από ένα ποίημα του Μ. Αναγνωστάκη, με τίτλο «Νέοι της Σιδώνος»:
Kανονικά δεν πρέπει νάχουμε παράπονο
Kαλή κι εγκάρδια η συντροφιά σας, όλο νιάτα,
Kορίτσια δροσερά- αρτιμελή αγόρια
Γεμάτα πάθος κι έρωτα για τη ζωή και για τη δράση.
Kαλά, με νόημα και ζουμί και τα τραγούδια σας
Tόσο, μα τόσο ανθρώπινα, συγκινημένα,
Για τα παιδάκια που πεθαίνουν σ' άλλην Ήπειρο
Για ήρωες που σκοτωθήκαν σ' άλλα χρόνια,
Για επαναστάτες Mαύρους, Πράσινους, Kιτρινωπούς,
Για τον καημό του εν γένει πάσχοντος Aνθρώπου.
Iδιαιτέρως σάς τιμά τούτη η συμμετοχή
Στην προβληματική και στους αγώνες του καιρού μας
Δίνετε ένα άμεσο παρών και δραστικό- κατόπιν τούτου
Nομίζω δικαιούσθε με το παραπάνω
Δυο δυο, τρεις τρεις, να παίξετε, να ερωτευθείτε,
Kαι να ξεσκάσετε, αδελφέ, μετά από τόση κούραση.
(Mας γέρασαν προώρως Γιώργο, το κατάλαβες;)
Στο σχολείο μας το δίδασκαν σε σχέση με το ομότιτλο καβαφικό – όπου ένας από τους «νέους της Σιδώνος», μιλά επικριτικά για τον Αισχύλο, που επέλεξε το επιτύμβιό του να αναφέρει ότι πολέμησε τους Πέρσες· ο νεαρός επιμένει ότι η συνεισφορά του στην τέχνη ήταν πολύ σημαντικότερη, άρα αυτό θα όφειλε να αναγράφεται στο επιτύμβιο.
Δεν θυμάμαι ποια εποχή έγραψε ο Αναγνωστάκης το ποίημα. Έχει σημασία, επειδή τα γεγονότα και οι συνθήκες θα μπορούσαν να εξηγούν την ειρωνική αποστροφή του ομιλητή προς του συγκαιρινούς του «νέους της Σιδώνος». Εν τούτοις, δεν προτίθεμαι να αναλύσω το ποίημα ούτε να το ερμηνεύσω, αλλά να το χρησιμοποιήσω· ως εκ τούτου, δεν μ’ ενδιαφέρουν οι συνθήκες υπό τις οποίες γράφτηκε ούτε η περιρρέουσα ατμόσφαιρα ούτε οι προθέσεις του ποιητή ούτε η δική του ερμηνεία. Εδώ και μέρες τριγυρίζουν στο μυαλό μου οι στίχοι «για τα παιδάκια που πεθαίνουν σ’ άλλην Ήπειρο / για επαναστάτες Μαύρους, Πράσινους, Κιτρινωπούς» - μου φαίνεται πως υποκρύπτουν βουβές αιτιάσεις για το γεγονός ότι το πολιτικό ενδιαφέρον απομακρύνεται από τα «καθ’ ημάς» και στρέφεται στα «εκτός». Το ερώτημα στο οποίο οδηγεί αυτός ο αδοκίμως εκτενής πρόλογος σχετίζεται με το αν έχει νόημα να ασχολούμαστε με γεγονότα που συμβαίνουν «σ’ άλλην Ήπειρο», όταν στη χώρα μας υπάρχουν τόσα και τόσα προβλήματα.
Η αλήθεια είναι πως ενώπιον αυτού του ερωτήματος, δικαιολογούνται αμφιβολίες και επιφυλάξεις. Και σκέφτεσαι, προσώρας – μήπως κάνω λάθος; μήπως το ενδιαφέρον μου για τους καταπιεζόμενους σε άλλες χώρες είναι ένα είδος άλλοθι για την απραξία μου; μήπως θα ήταν αποτελεσματικότερο να βγω στους δρόμους και να διαδηλώσω υπέρ των πασχόντων Ελλήνων;
Φυσικά το ένα δεν αποκλείει το άλλο, το δε δίλημμα είναι πλασματικό και πεπλανημένο· όπως πεπλανημένη είναι η αντιφατική θεώρηση των προτάσεων «ενδιαφέρομαι για τους Έλληνες» vs. «ενδιαφέρομαι για τους άλλους»: μπορεί κανείς να ενδιαφέρεται και για τα δύο ή να μην ενδιαφέρεται για τίποτε από τα δύο (αν όμως είχαμε αντίφαση, τότε θα έπρεπε να ενδιαφέρεται μόνο για ένα από τα δύο). Αλλά αυτό είναι άλλο ζήτημα και προκειμένου να αποφύγουμε τα ψευδοδιλήμματα και τις λογικές πλάνες, καλόν είναι να επαναδιατυπώσουμε το ερώτημα ως εξής: είναι αλήθεια ότι όταν ενδιαφερόμαστε για τους «άλλους», αδιαφορούμε για τους Έλληνες; Ή αλλιώς: είναι αλήθεια ότι τα προβλήματα των «άλλων» δεν έχουν καμία σχέση με τα προβλήματα της χώρας μας;
Με τόσα και τόσα που λέγονται περί παγκοσμιοποίησης και «παγκόσμιου χωριού», τέτοια ερωτήματα ακούγονται παράταιρα. Τα τελευταία χρόνια επιβεβαιώνεται όλο και πιο συχνά η «αρχή των συγκοινωνούντων δοχείων»: ένα γεγονός σε μια χώρα (ένας τυφώνας στις Η.Π.Α, οι συγκρούσεις στη Νιγηρία, ένας πόλεμος στη Μ. Ανατολή, μια επιδημία γρίπης στην Κίνα) έχει αντίκτυπο σε ολόκληρο τον κόσμο – ή έστω στο μεγαλύτερο μέρος του. Και, καθώς η Ελλάδα είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι σαφές πως ό,τι συμβαίνει εκτός συνόρων την αφορά και την επηρεάζει άμεσα. Αυτονόητο και παραδεκτό ακόμη και από όσους δεν ασχολούνται ιδιαιτέρως περί τα πολιτικά.
Εν τούτοις, αυτή η προσέγγιση μπορεί, επίσης, να είναι παραπλανητική, στο βαθμό που συνεπιφέρει μια νέα διαίρεση του κόσμου: μας αφορά τι συμβαίνει στην Ευρώπη, αλλά εξακολουθούμε να θεωρούμε πολύ μακρινό ό,τι συμβαίνει πέρα από τη «γειτονιά μας», δηλαδή πέρα από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή. Και πάντως, και τα συμβάντα στα όρια της «γειτονιάς» μας συνήθως τα προσλαμβάνουμε με τρόπο παρομοίως αποσπασματικό: λέμε, λ.χ., ότι μια αναταραχή στη Μ. Ανατολή θα επηρεάσει δυσμενώς τον ελληνικό τουρισμό ή ότι η είσοδος της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα έχει τις τάδε συνέπειες στην ελληνική οικονομία. Μάθαμε να σκεφτόμαστε καθολικότερα, αλλά δεν έχουμε ακόμη υιοθετήσει την οικουμενική ή την παγκόσμια προοπτική – εκτός κι αν πρόκειται για την αύξηση των τιμών του πετρελαίου, για το φόβο μιας επιδημίας ή για την απειλή της τρομοκρατίας. Και, αρκετοί από μας καταριούνται την ώρα και τη στιγμή που γίναμε μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και χάσαμε την αυτονομία και την αυτοτέλειά μας, καλλιεργώντας την ψευδαίσθηση ότι στην εναντία περίπτωση τα πράγματα θα ήταν καλύτερα – τουλάχιστον δεν θα μας άγγιζαν οι αποφάσεις που λαμβάνονται από το «διευθυντήριο των Βρυξελλών».
Όμως, το να ασχολούμαστε με υποθέσεις του μη-πραγματικού είναι χαμένος χρόνος – δεν μπορούμε να τις επαληθεύσουμε και απλώς βασίζουμε σ’ αυτές διάφορα παρηγορηρικά σενάρια. Από την άλλη, υπήρξε άραγε εποχή κατά την οποία ήμασταν πράγματι άτρωτοι απέναντι στις διεθνείς εξελίξεις, ανεπηρέαστοι από την πολιτική που εκπορευόταν από «ξένα κέντρα»;
Αν σκεφτούμε την ίδια τη δική μας ιστορία με άλλους όρους, θα διαπιστώσουμε ότι κάτι τέτοιο δεν ίσχυσε, τουλάχιστον όχι τους δύο τελευταίους αιώνες. Η ελληνική επανάσταση του 1821, λ.χ., ήταν «τοπικό ζήτημα»; Ναι, διότι αφορούσε τη συγκρότηση ανεξάρτητου κράτους κλπ. και δεν έγινε σε συνεννόηση με άλλους υπόδουλους λαούς – παρά το όραμα του Ρήγα. Έξοχα: γιατί λοιπόν πήρε πάνω από επτά χρόνια για να διευθετηθεί το πρόβλημα; Α, θα απαντήσει κανείς, επειδή οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν ήθελαν την αλλαγή του status quo στην περιοχή, εξαιτίας του περίφημου «Ανατολικού Ζητήματος»· επιπλέον, η Ιερά Συμμαχία δεν επιθυμούσε τη δημιουργία εθνικών κρατών και δημοκρατικών πολιτευμάτων στην Ευρώπη. Να, λοιπόν, που το πρόβλημα δεν ήταν τοπικό, από την άποψη ότι εξαρχής εντάχθηκε στο πλαίσιο μιας καθολικότερης πραγματικότητας.
Πάμε παρακάτω. Μετά από μια ταραγμένη εικοσαετία πολιτικής αστάθειας (που δεν ήταν διόλου άσχετη με ό,τι συνέβαινε εκτός συνόρων), το 1967 επιβάλλεται στην Ελλάδα η στρατιωτική δικτατορία: Έλληνες πήγαιναν στα ξερονήσια και έφτυναν αίμα στα κολαστήρια της οδού «Μπουμπουλίνας». Τοπικό το πρόβλημα; Από μιαν άποψη όχι, διότι εκείνη την εποχή, οι δικτατορίες ξεφύτρωναν σαν μανιτάρια σε πολλές χώρες του κόσμου. Σύμπτωση; Θεϊκή δοκιμασία; Ιδιοτροπία της ιστορίας; Ή μήπως εκφάνσεις μιας συγκεκριμένης πολιτικής που εκπορεύτηκε από μιαν ορισμένη χώρα ή από ένα ορισμένο κύκλωμα συμφερόντων;
Φυσικά, τα ιστορικά παραδείγματα θα μπορούσαν να πολλαπλασιαστούν. Αρκούν όμως αυτά τα δύο για να δούμε πως η απομόνωση μιας χώρας από τον περίγυρό της και ενός προβλήματος από το διεθνές περιβάλλον συνήθως οδηγεί σε εσφαλμένα συμπεράσματα, διότι καταλήγει σε αποσπασματική και μερική σύλληψη της πραγματικότητας. Και, αν διαβάσουμε την ιστορία μ’ αυτό το πνεύμα, θα καταλάβουμε πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα, χωρίς να χρειαζόμαστε μια «θεωρία συνωμοσίας» για να μας λύσει τις απορίες. Ακόμη και την εποχή που θριάμβευαν τα εθνικά κράτη (19ος αι.), η πολιτική πρακτική έτεινε προς τη δημιουργία καθολικότερων δομών, έστω και σε εξωθεσμικό ή άτυπο πλαίσιο. Η Ιερά Συμμαχία μπορεί να διαλύθηκε, αλλά τη θέση της πήραν οι περίφημες «Μεγάλες Δυνάμεις», που αποφάσιζαν αν η Κρήτη θα δοθεί στην Ελλάδα ή αν ήρθε επιτέλους ο καιρός να διαλυθεί η οθωμανική αυτοκρατορία· κι ενώ στην Ευρώπη πολλαπλασιάζονταν τα εθνικά κράτη, ο κόσμος χωριζόταν με βάση την αποικιοκρατική λογική των ισχυρών. Η Βρετανία είχε λόγο σε πολύ μεγαλύτερη γεωγραφική περιοχή από εκείνην που περιέκλειαν τα εθνικά της σύνορα, και η Γαλλία, η Γερμανία, η Ολλανδία, η Ιταλία έκαναν το ίδιο. Αργότερα, οι αποικίες έδωσαν τη θέση τους στις «σφαίρες επιρροής», ύστερα (μετά τη Γιάλτα) ακολούθησαν το ΝΑΤΟ, το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, η ΕΟΚ. Η ιστορία των δύο τελευταίων αιώνων (τουλάχιστον) δεν ήταν παρά η προσπάθεια διαίρεσης και αναδιανομής του κόσμου μέσα από ποικίλους οικονομικούς, πολιτικούς και στρατιωτικούς οργανισμούς, ενώσεις και συμφωνίες. Η απομόνωση, ακόμη κι αν ήταν επιθυμητή, στην πραγματικότητα υπήρξε μία ακόμη ουτοπία.
Αλλά, εφόσον έτσι έχουν τα πράγματα, γιατί εξακολουθούμε να μιλάμε για «δικά μας» προβλήματα; Στην εποχή μας, η διαδικασία της μετατροπής του γεγονότος σε είδηση είναι σχεδόν μηδενική, και η πληροφορία μπορεί να φτάσει σε όλα τα μέρη του κόσμου την ίδια περίπου στιγμή. Επομένως, δεν μπορούμε να επικαλούμαστε «δυσχέρεια συνθηκών». Επιπλέον, βιώνουμε καθημερινά την εμπειρία του να είμαστε μέρος του κόσμου, με την έννοια της αντιμετώπισης των συνεπειών στις οποίες καταλήγει ένα γεγονός που συμβαίνει μίλια μακριά από τα σύνορά μας. Παρ’ όλα αυτά, ο ορίζοντάς μας παραμένει περιορισμένος. Μιλάμε ακόμη για τα «δικά μας προβλήματα» αντιδιαστέλλοντάς τα με τα προβλήματα των άλλων. Μιλάμε, λ.χ., για ανεργία, ανασφάλεια, χαμηλή ποιότητα παιδείας, εκμετάλλευση κλπ. κλπ. Αυτά όμως δεν απαντούν μόνο στην Ελλάδα. Ναι, θα σου πει ο άλλος, όμως η Ελλάδα, ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επηρεάζεται από τις ευρωπαϊκές συνθήκες, εξελίξεις κλπ. Ωραία – όμως παρόμοια, αν όχι τα ίδια, προβλήματα υπάρχουν επίσης σε πλείστα όσα μέρη του κόσμου που δεν ανήκουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Α, θα σου ξαναπεί, είναι η παγκόσμια οικονομική κρίση. Και τι είναι η παγκόσμια οικονομική κρίση, δηλαδή; Μέγεθος αυτόνομο, με ιδίαν βούλησιν; Πώς δημιουργείται; Και, τι σόι «παγκόσμια οικονομική κρίση» είναι αυτή όταν οι τράπεζες, λ.χ., έχουν 120% κέρδος και οι πετρελαϊκές εταιρίες θησαυρίζουν με τρελούς ρυθμούς; Το γεγονός ότι πέντε-δέκα πολυεθνικές εταιρίες ελέγχουν ολόκληρο τον κόσμο δεν έχει σχέση; Ότι αυτές οι εταιρίες μπορούνε να πάνε σε οποιαδήποτε χώρα, ν’ ανοίξουν ένα εργοστάσιο, να φέρουν εργάτες από άλλη χώρα (επειδή είναι φτηνότεροι) για να το λειτουργήσουν και ανά πάσα στιγμή να τους απολύσουν (και να τους αφήσουν στην τύχη τους) επειδή βρήκαν ακόμη φτηνότερα εργατικά χέρια ή επειδή απεφάσισαν να το κλείσουν δεν σημαίνει τίποτα; Υπάρχουν πολλοί που σκέφτονται ότι αυτά συμβαίνουν στη Νοτιοανατολική Ασία στην Αφρική, στις χώρες του Τρίτου Κόσμου – εμείς είμαστε «Ευρώπη», συνεπώς δεν κινδυνεύουμε. Κατ’ αρχάς, αντίστοιχη είναι και η πραγματικότητα εντός της Ευρώπης (μόνο που η τάση είναι να πέφτει το βάρος των ευθυνών στους μετανάστες και όχι στις εταιρίες) – όμως και πάλι δεν είναι αυτό το ζήτημα (χώρια που το εν λόγω σκεπτικό θυμίζει τη στάση πλείστων όσων στα χρόνια του μεσοπολέμου, που ενώ έβλεπαν τη σκιά του φασισμού να απλώνεται, έλεγαν «α, δεν μας αφορά, είναι υπόθεση της Γερμανίας, εμείς δεν κινδυνεύουμε»). Όσο η κυρίαρχη λογική είναι οικονομικού χαρακτήρα και στοχεύει στον πολλαπλασιασμό του κέρδους και στη μείωση του κόστους παραγωγής, κανείς δεν είναι στο απυρόβλητο (δηλαδή κανείς από εκείνους που βρίσκονται στους αντίποδες της οικονομικής ισχύος) και κανείς δεν είναι ασφαλής. Τα σύνορα έχουν πέσει προ πολλού, αν και παραμένει αμφίβολο κατά πόσο υπήρχαν προκειμένου για την οικονομική πραγματικότητα. Η φράση «δικά μας προβλήματα» έχει ήδη αποκτήσει νέο νόημα, δεν αναφέρεται στους ομοεθνείς, αλλά σ’ αυτούς που βρίσκονται στην ίδια κατάσταση, άσχετο αν είναι «Μαύροι, Πράσινοι, Κιτρινωποί».
Όχι, δεν κηρύσσω την παγκόσμια επανάσταση ούτε παραπέμπω στο παλαιό εκείνο σύνθημα «προλετάριοι όλου του κόσμου, ενωθείτε». Ο «χρωματισμός» ιδεών και αντιλήψεων είναι επίσης πολύ της μόδας: βολεύει να δώσεις στον άλλον έναν χαρακτηρισμό, να του κολλήσεις μια «ετικέτα» και να τον βάλεις στην άκρη. Η αρχή της δικαιοσύνης, ως ηθική αρχή, υπήρχε αιώνες πριν από τον Μαρξ και θα εξακολουθήσει να υπάρχει, με ή χωρίς αυτόν. Και είναι μια αρχή που παραβιάζεται στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, με τη μεγαλύτερη δυνατή συχνότητα, σε κάθε μέρος του κόσμου, ενός κόσμου (συνεπώς) ουσιωδώς και θεμελιωδώς ανήθικου, γεμάτου από πάσχοντες ανθρώπους, ενόχου για τα παιδάκια που πεθαίνουν σ’ άλλην Ήπειρο. Τι θα είχε άραγε να πει κανείς σήμερα στους «νέους της Σιδώνος»; (Αλλά ξέχασα· εδώ και μερικές εβδομάδες, η Σιδώνα δεν υπάρχει πια).
Κατά τις 9:42 π.μ., The Motorcycle boy
Επιτέλους! Αλλά, αν αρχίσεις να θεωρείς δικά σου τα προβλήματα άλλων, αυτό σημαίνει πως πρέπει να πάρεις θέση και, ίσως, να δραστηριοποιηθείς. Ενώ, αν μείνεις κλεισμένος σε ένα περιβάλλον που εσύ επέλεξες να οριοθετήσεις, αυθαίρετα και στενά αναβάλλεις το θέμα μέχρι να είναι πολύ αργά -οπότε δεν μπορείς να κάνεις τίποτα, παρά μόνο να αποδεχτείς την παγιωμένη κατάσταση.
Κατά τις 10:22 π.μ., Godot
Κατά τις 11:40 π.μ., Λίτσα
Υπουργέ μου καλώς ώρισες - θα σε επισκεφτώ αργότερα.
Mboy - αυτό ακριβώς. Αλλά θεωρώ προϋπόθεση να καταλάβουμε ότι τα προβλήματα είναι κοινά.
Godot - Once again: it's nice to be back! Ε, ναι, όπως όλοι οι σεσημασμένοι έχω δύο ονόματα και το δεύτερο είναι Μαρία. Χρόνια πυκνά: ωραία ευχή (περιμένω και την τούρτα).
Κατά τις 12:29 μ.μ., sorry_girl
επι της ουσιας.
Κατα αρχην ο αναγνωστακης ειναι απο τους αγαπημενους μου,τον ειχα δει σε παρελθοντα χρονο.
κατα δευτερον,ειναι πολυ σημαντικο ενας ανθρωπος να δραστηροπειται για κατι.να βλεπει και να θελει να τ αλλαξει ή να το βοηθησει ετσι απλα.
Μπορει να τον αγγιξει κατι που γινεται στην διπλανη του πορτα,ή καπου σε μερη που δεν εχει επισκεφτει αλλα οχι κατ αναγκη αγνωστα.
Επι χουντας,πολλα κρατη μας βοηθησνε ή σηκωθηκανε διμαρτυριες π.χ.για τον Θεοδωρακη την Μελινα ή τον Μπελλογιανη.
Αρα τιποτα δεν παει αχρηστο.
Τα προβλημτα της πεινας,της ανεργιας,της πορνειας,ειναι παγκοσμια φαινομενα με αλλα ρουχα.
respect.