Τρίτη, Μαρτίου 27, 2007
Επικοινωνιακά

Μετά από τα βαθυστόχαστα περί Κάλβου, είπα να περάσω σε κάτι πιο καθημερινό (ουχ ήττον σημαντικό όμως): ανθρώπινη επικοινωνία και ανθρώπινες σχέσεις. Λαβυρινθώδες, ασφαλώς· και εκ προοιμίου γνωστόν ότι η άκρη θα αναζητείται εσαεί: ένας μίτος υπήρχε και αυτόν τον έδωσε η Αριάδνη στον Θησέα, οι υπόλοιποι απομείναμε να πορευόμαστε στα τυφλά, με μόνο οδηγό τα λάθη μας (που συχνά μας κατευθύνουν προς ένα ακόμη λάθος).

Τον τελευταίο καιρό βλέπω ότι το ζήτημα απασχολεί αρκετά blogs· άλλοι το προσεγίζουν βιωματικά, μιλώντας σε πρώτο πρόσωπο, άλλοι μιλούν επίσης σε πρώτο πρόσωπο, αλλά μέσα από ένα προσωπείο, άλλοι χρησιμοποιούν μια πλασματική ιστορία εν είδει objective correlative. Το ζητούμενο και η απορία είναι όμως κοινά: πώς επικοινωνούν οι άνθρωποι, πώς φτιάχνονται και πώς χαλάνε οι ανθρώπινες σχέσεις (όποιας φύσεως), γιατί γίνονται όλα αυτά κλπ. Θα μπορούσα, προχείρως, να διακρίνω τρεις κατηγορίες προσέγγισης: την κυνική («όλα γίνονται για το χρήμα και την εκμετάλλευση»), την ιδεαλιστική (που διατηρεί την πίστη της στην ειλικρίνεια των ανθρώπινων σχέσεων, έστω και σε μιαν ουτοπική χώρα) και την – ας την πούμε έτσι – ενδιάμεση, αν και θεωρώ ότι θα της ταίριαζε και ο όρος «ρεαλιστική» («συμβαίνει η πλειονότητα των ανθρώπινων σχέσεων να βασίζεται στην εκμετάλλευση κλπ., όμως υπάρχουν και οι εξαιρέσεις»). Δεν ξέρω ποια είναι σωστή ή έστω πλησιέστερα στην πραγματικότητα· πιθανόν και οι τρεις, καθεμιά με τον δικό της τρόπο και αναλόγως των βιωμάτων εκάστου.

Ξεκινώντας από τη διαπίστωση (ήκιστα πεφωτισμένη, πλην αληθή) ότι μαγική συνταγή δεν υπάρχει, ας πούμε ότι ο άνθρωπος επιδιώκει την επικοινωνία με άλλους ανθρώπους ως εκ της φύσεώς του – κοινωνικόν ζώον είναι κατά τον Αριστοτέλη και, εν πάση περιπτώσει, θέλει κάποτε-κάποτε να έρχεται σε επαφή και με άλλους ανθρώπους, ίσως ακόμη και για να διαπιστώσει ότι δεν μπορεί να τους υποφέρει. Ωραία – στο πλαίσιο της κοινωνικής επαφής, βρίσκεις μερικούς ανθρώπους με τους οποίους επικοινωνείς (ή αρχικώς νομίζεις ότι επικοινωνείς) – που σημαίνει ότι τους καταλαβαίνεις και σε καταλαβαίνουν. Ωραία κι εδώ. Τι γίνεται μετά; Γιατί χαλάει το πράγμα;

Λοιπόν, το πράγμα κατ’ αρχάς μπορεί να χαλάει ακριβώς επειδή ένα εκ των μερών νομίζει ότι αυτή η επικοινωνία είναι ουσιώδης, ενώ το άλλο όχι. Η λέξη-κλειδί είναι το «νομίζω» - τουτέστιν, κάτι έχει παρερμηνευτεί, κάτι αξιολογήθηκε διαφορετικά, κάπου θεωρήθηκε ότι ομιλείται η ίδια γλώσσα, ενώ η πραγματικότης είναι ουσιωδώς αποκλίνουσα. Τις περισσότερες φορές, αυτό το νομίζω απορρέει από την έντονη επιθυμία να βρεις έναν άνθρωπο που να σε καταλαβαίνει· κοντολογίς, έχεις στο μυαλό σου μια συγκεκριμένη εικόνα και την προβάλλεις επάνω σε όποιον τείνει να την προσεγγίζει, με την έννοια ότι έχει για παράδειγμα ένα-δύο από τα χαρακτηριστικά/ιδιότητες που εσύ αναζητείς, εσύ όμως θεωρείς βέβαιον ότι έχει επίσης και τα άλλα είκοσι, που συνθέτουν τον ιδανικό για σένα φίλο/σύντροφο/εραστή κλπ. Τι γίνεται εδώ; Δύο τινά (διότι σε κάθε ιστορία ισχύουν κατ’ αρχήν δύο πιθανά σενάρια): ή διαλύεται η σχέση μετά τη διαπίστωση της ασυμμετρίας ή συνεχίζει. Αν συνεχίσει, πάλι δύο τινά συμβαίνουν: είτε προσαρμόζεσαι στην πραγματικότητα του άλλου είτε προσπαθείς να προσαρμόσεις αυτόν στην εικόνα που του έχεις προβάλλει (και επιβάλλει κατά μία έννοια). Και συνεχίζουμε: η δική σου προσαρμογή μπορεί πάλι να γίνει με δύο τρόπους – είτε κλείνεις τα μάτια σου και εξακολουθείς να εθελοτυφλείς (να πιστεύεις δηλ. ότι το έτερον μέλος είναι κάτι διαφορετικό απ’ ό,τι είναι στην πραγματικότητα) είτε λες «δεν βαριέσαι» και βολεύεσαι με ό,τι σου προέκυψε. Αν προσπαθήσεις να προσαρμόσεις εκείνον, τα πράγματα σκουραίνουν, διότι αν μεν το καταφέρεις, μπορεί να χάσεις το ενδιαφέρον σου γι’ αυτόν, αν όμως δεν τα καταφέρεις ενδέχεται κάλλιστα να πέσεις σε μια μίζερη, αρρωστημένη κατάσταση, όπου η μία ψευδαίσθηση θα διαδέχεται την άλλη. Περίπλοκα πράγματα, γι’ αυτό ομίλησα για λαβυρίνθους και αν το καλοσκεφτείς σε όλα τούτα εμπλέκεται κι ένας μινώταυρος που μπορεί να είναι ο άλλος («η κόλασή μας είναι οι άλλοι», όπως έλεγε o Jean-Paul Sartre) αλλά μπορεί να είσαι κι εσύ ο ίδιος.

Θα μπορούσαν τα πράγματα να είναι πιο απλά; Δεν το ξέρω. Θεωρητικά ναι, αλλά εμένα δεν μου έχει βγει. Θέλω να πω, η δική μου η επιλογή ήταν το να είμαι ειλικρινής· και το δικό μου το πρόβλημα είναι πως οι άλλοι δεν με πιστεύουν (εξ ου κι ένας πολύ αγαπημένος φίλος με φωνάζει «Κασσάνδρα», ξέρετε, αυτήν την κόρη του Πριάμου, που προφήτευε καταστροφές και κανένας δεν την πίστευε και την έσφαξε τελικά η Κλυταιμνήστρα ή κατ’ άλλους ο Αγαμέμνονας – να ένα ωραίο ψευδώνυμο που θα μπορούσα να χρησιμοποιώ, πήγα κι έβαλα «Λίτσα»!) Κοντολογίς, εμένα μου αρέσουν τα ξεκάθαρα πράγματα – σε συμπαθώ ή δεν σε συμπαθώ, αν μεν το πρώτο όλα καλά και άντε να δούμε αν μπορούμε να επικοινωνήσουμε, αν το δεύτερο, χαίρεται, διότι δεν έχω και πολύ χρόνο στη διάθεσή μου. Κι επειδή το πρώτο σπανίως συμβαίνει, οι φίλοι μου είναι μετρημένοι και, κατά μία περίεργη σύμπτωση, όλοι τους σχεδόν ζουν σε άλλες πόλεις (γι’ αυτό και εξακολουθούμε να είμαστε φίλοι, όπως δηλητηριωδώς παρατηρούν κάποιοι). Έχω προσέξει όμως ότι αυτή η ειλικρίνεια δυσκόλως γίνεται ανεκτή. Δηλαδή, όταν από την αρχή «ανοίξεις τα χαρτιά σου», ο άλλος δεν ξέρει και πώς να σε χειριστεί· του λες, για παράδειγμα, άκου αν δεν έχεις κέφι να συναντηθούμε, πες το ευθέως, δεν χρειάζεται να εφευρίσκεις δικαιολογίες του τύπου «είμαι κουρασμένος/η, έχω ίωση, έχω να πάω στη γιαγιά μου, πρέπει να μαγειρέψω στον Πελοπίδα, θα κάνω υπερωρίες, θέλω να ξεκουραστώ» και τα παρόμοια· πες βρε αδερφέ, «δεν έχω κέφι να σε δώ, θα βγω με άλλους φίλους, έχω τις κλειστές μου κλπ.», δεν θα χαλάσει κι ο κόσμος. Είναι δε αξιοσημείωτο ότι αυτού του είδους οι δικαιολογίες (καλά, «ψέματα» είναι η σωστή λέξη) εφευρίσκονται επί τη βάσει της σκέψης ότι «αν πω την αλήθεια θα πληγώσω/στενοχωρήσω τον άλλον κλπ.» - ε, μα, υποτίθεται ότι η αυτή η επαφή πρέπει να χαροποιεί και τους δύο, άλλως δεν έχει νόημα, άστην να πάει στην ευχή.

Άλλη παράμετρος: αυτή η ρημάδα η κατανόηση, με την έννοια ότι καταλαβαίνεις τον άλλον. Και πώς τον καταλαβαίνεις, δηλαδή; Ας πάρουμε το ιδανικό σενάριο ότι ο άλλος κάνει τον κόπο να σου μιλήσει για τον εαυτό του και να σου δείξει επίσης μερικά στοιχεία του χαρακτήρα του (λέω «να σου δείξει», επειδή δεν μπαίνουν όλα σε λέξεις), έχοντας επισημάνει όμως το νόημα αυτής της «δείξης» (διότι, διαφορετικά, περιμένει από σένα να γίνεις η Πυθία, πλην απέσβετο και λάλον ύδωρ, για να μην ξεχνιόμαστε). Τώρα, εσύ αυτά που σου έχει πει/δείξει έχεις κάνει τον κόπο να τα καταλάβεις; Να τα σκεφτείς; Να δεις τη σημασία που έχουν γι’ αυτόν/αυτήν; Ή τον έχεις κατατάξει σε μια υποτιθέμενη κατηγορία, βασισμένος στις πρότερες εμπειρίες σου και πορεύεσαι αναλόγως;

Έλεγα πρόσφατα ότι όταν ξεκινάς να γνωρίζεις κάποιον, οπωσδήποτε θα κάνεις αναγωγή στο βιωματικό σου υλικό, δηλαδή στις μέχρι τώρα εμπειρίες σου, προκειμένου να προσδιορίσεις αδρομερώς περί τίνος πρόκειται. Αλλά, αν θέλεις να τον μάθεις πραγματικά, πρέπει κάποια στιγμή να αφήσεις κατά μέρος αυτό το βιωματικό υλικό και να βαδίσεις στα τυφλά – επειδή καθένας μας έχει το χάρισμα ή την κατάρα της μοναδικότητας (εκτός κι αν οι άνθρωποι άρχισαν να παράγονται μαζικώς και πανομοιοτύπως από πρέσες κι εγώ δεν το έχω καταλάβει). Κάνε λοιπόν τον κόπο να μπεις και λίγο στη θέση του άλλου, ή μάλλον να μπεις στον κόσμο του· να δεις τι στην ευχή είναι αυτό που τον κάνει να χαίρεται, να πονάει, να στενοχωριέται, να εκνευρίζεται: μην υποθέτεις, προσπάθησε να μάθεις, ξεχνώντας τις δικές σου συνήθειες και αξίες, επειδή ενδέχεται κάλλιστα αυτός να έχει άλλες συνήθειες και άλλες αξίες. Και βεβαιώσου, ότι καταλαβαίνετε τα ίδια πράγματα με τον ίδιο τρόπο, ακόμη κι αν δεν συμφωνείτε ως προς τα νοήματα και τη βαρύτητα αυτών των πραγμάτων. Στην εναντία περίπτωση, θα προκύψει πάλι ένας ακόμη λαβύρινθος κι ο ένας θα ψάχνει τον άλλον στα αδιέξοδα και στους τυφλούς διαδρόμους· άσε που η σχέση – όποιας φύσεως και αν είναι – θα καταντήσει βάσανο, καθώς αμφότεροι θα συσσωρεύουν σιωπηρά παράπονα.

Νομίζω, όμως, ότι τελικά εκείνο που καταστρέφει τις ανθρώπινες σχέσεις ή δυσχεραίνει την επικοινωνία, είναι οι προσδοκίες μας. Πάντα περιμένουμε από τους άλλους διάφορα πράγματα: να μας καταλάβουν, να μας αγαπήσουν, να είναι δίπλα μας (κι εδώ η κυνική προσέγγιση θα προσέθετε επίσης έναν κατάλογο υλικών αγαθών, πλην το παραβλέπω, διότι επέλεξα να ζω σε άλλο κόσμο) – όπως είμαστε έτοιμοι να κάνουμε το ίδιο γι’ αυτούς (θεωρητικώς ή και στην πράξη). Κανονικά δεν θα έπρεπε να περιμένουμε τίποτα. Θα έπρεπε να μπορούμε να είμαστε ψυχολογικά και συναισθηματικά αυτάρκεις. Αλλά τότε, γιατί να επιδιώκουμε τις ανθρώπινες σχέσεις και την επικοινωνία με τους άλλους; Δεν έχω την απάντηση.

Τελικά, ο Κάλβος ήταν πιο εύκολη υπόθεση.

 
Από τη Λίτσα κατά τις 9:06 μ.μ. | Ενθύμιον |


3 Σημειώσεις:


Κατά τις 10:03 π.μ., Blogger The Motorcycle boy

Θα σου έλεγα οτι κι εγώ έχω γράψει κάτι παρόμοιο, αλλά είδα πως το έχεις σχολιάσει -άρα διαβάσει.
Η επικοινωνία είναι βασική μας ανάγκη που προκύπτει από το γεγονός της συμβίωσης (κοινωνικά ζώα του Αριστοτέλη και τέτοια).
Όμως, η επικοινωνία έχει κανόνες -ένας από αυτούς προϋποθέτει το "στρογγύλεμα" των γωνιών στις προτάσεις μας προκειμένου να μην πληγώσουν τον αποδέκτη (εδώ περιλαμβάνονται και τα "κατά συνθήκη ψεύδη").
Σε αυτό, αν συνυπολογίσεις, την ήδη υπάρχουσα παραμόρφωση μεταξύ πομπού -δέκτη, αφού, συν τις άλλοις, "εσύ μιλάς, αλλά εγώ ακούω εμένα γιατί περνάς μέσα από την αντήχηση που παράγω", τότε καταλαβαίνεις πως το επικοινωνιακό χάος είναι εδώ για να μείνει.
Μέσα σε όλα αυτά πάντως, εγώ μένω εκστατικός κάθε φορά που ανακαλύπτω πως ζητάω ένα κιλό ψωμί από τον φούρναρη κι αυτός ο μπαγάσας μου δίνει ένα κιλό ψωμί! (Καλά, αυτό μην το δένεις γιατί το κιλό είναι 850 γραμμάρια, σύμφωνα με τις τελευταίες διατάξεις του Υπουργείου Εμπορίου -αλλά λέμε τώρα).
Υ.Γ.: Καλό μου έκαναν οι διαφωνίες του Σκιές, γιατί μπήκες στη διαδικασία και το έβγαλα το καφεδάκι μου και για σήμερα.

 

Κατά τις 11:29 π.μ., Blogger Λίτσα

Ναι, βρε το θυμάμαι το ποστ εκείνο - ή μάλλον το θυμήθηκα διαβάζοντας το σχόλιό σου. Συμφωνώ σε όσα λες περί των κανόνων της επικοινωνίας - αλλά νομίζω ότι αυτό έχει να κάνει με την εκφορά/διατύπωση και όχι με την ουσία.
ΥΓ. Μην ανησυχείς, βρε, σου έχω ήδη έτοιμο το επόμενο για το αυριανό σου καφεδάκι.

 

Κατά τις 6:22 μ.μ., Blogger numb

2o post-ορόσημο
Το 1ο ήταν η "Λίτσα και η άλλη"